Κρεμώδης ή τραγανός, λιτός ή πιο επιτηδευμένος, αφράτος ή πιο συμπαγής, όπως και να’ χει, ο επίλογος ενός γεύματος είναι συνήθως γλυκός με κάθε χώρα να προσφέρει τις δικές της αντιπροσωπευτικές απολαυστικές προτάσεις. Ξεχωρίσαμε, λοιπόν, μερικές από αυτές και σας τις παρουσιάζουμε.

Boston

Boston Cream Pie- Αμερική: Είναι το επίσημο επιδόρπιο της Μασαχουσέτης και στην κλασική του εκδοχή αποτελείται από στρώσεις από παντεσπάνι και custard βανίλια, ραντίζεται με σιρόπι καφέ και επικαλύπτεται με πλούσια ganache σοκολάτας ενώ εναλλακτικά χρησιμοποιείται κρέμα ζαχ/κής και γλάσο σοκολάτας αντί για custard και ganache. Εμπνευστής του επιδορπίου, σύμφωνα με τους ιδιοκτήτες του Parker House στη Βοστώνη, είναι ο Αρμενο-Γάλλος σεφ M. Sanzian που το δημιούργησε στο εν λόγω ξενοδοχείο στην πρωτότυπη μορφή του το 1856. Το Parker House Chocolate Cream Pie, όπως ονομάστηκε η αρχική του εκδοχή, αποτελούνταν από δύο στρώσεις παντεσπάνι με βούτυρο γαλλικού τύπου, ραντισμένες με σιρόπι από ρούμι, απαλή κρέμα ζαχ/κής στο κέντρο, μια στρώση από κρέμα ζαχ/κής με καβουρδισμένο φιλέ αμυγδάλου στα πλάγια, ενώ ένα είδος σοκολατένιου γλάσου ήταν η επιλογή του σεφ για το τελείωμα.

chioco

Chocotorta-Αργεντινή: Όπως υποδεικνύει και το όνομά της, πρόκειται για μια άκρως σοκολατένια τούρτα με ένα αργεντίνικο twist που οι λάτρεις του είδους -και όχι μόνο- τιμούν κατά κόρον. Το «πολυεπίπεδο» γλύκισμα αποτελείται από στρώσεις μπισκότου μαύρης σοκολάτας βουτηγμένα σε καφέ που εναλάσσονται με ένα μίγμα dulce de leche (τύπος κρέμας καραμέλας) και κρέμας τυριού. Το πανεύκολο γλυκό δεν χρειάζεται καν ψήσιμο και φτιάχνεται σε πολλές παραλλαγές με ορισμένους να βυθίζουν τα μπισκότα σε καφέ, γάλα, ακόμα και κρασί. Ως ιδέα μοιάζει αρκετά με το ιταλικό τιραμισού αφού η σεφ Maite Madragaña για να το φτιάξει επιστράτευσε τις γνώσεις της στην ιταλική ζαχ/κή όταν της ζητήθηκε να δημιουργήσει μια συνταγή που θα προωθούσε ταυτόχρονα τρία προϊόντα από διαφορετικές εταιρείες: σοκολατένια μπισκότα Chocolina, κρέμα τυριού Mendicrim και το αργεντίνικου στυλ dulce de leche.

sioutzoukos

Σιουτζιούκος-Κύπρος: Είναι ένα από τα πιο γνωστά παραδοσιακά γλυκά της Κύπρου που συναντάμε συνήθως σε χωριά που παράγονται άσπρα σταφύλια. Βασικό του συστατικό είναι ο μούστος που ρίχνουν σε ειδικό μεγάλο καζάνι στη φωτιά, ενώ όταν αρχίζει να κοχλάζει προσθέτουν το λεγόμενο ασπρόχωμα ώστε να καθαριστεί καλύτερα ο μούστος, να γίνει πιο γλυκός και να αφαιρεθούν ευκολότερα όλες οι ακαθαρσίες που ανεβαίνουν προς τα πάνω. Στη συνέχεια αναμιγνύουν τοn μούστο με αλεύρι ανακατεύοντας συνεχώς με ξύλινη κουτάλα το μίγμα μέχρι να μαγειρευτεί. Στο μεταξύ περνούν σε κλωστές αμυγδαλόκουνες (αμυγδαλόψιχα) ή καρυδόκουνες (καρυδόψιχα), τις οποίες πρώτα βυθίζουν στο μαγειρεμένο ζεστό μίγμα και μετά τις κρεμούν μερικές ώρες για να στεγνώσουν. Στην άκρη της κάθε κλωστής υπάρχει ειδικό στέλεχος, το κατσούνι, για να μπορούν οι κλωστές να κρεμαστούν ψηλά 3-5 ημέρες μέχρι οι σιουτζιούκοι να στεγνώσουν. Η παρασκευή τους χρονολογείται στο τέλος του 19ου αιώνα όταν άρχισε η άφθονη παραγωγή σταφυλιών στα χωριά των ορεινών- ημιορεινών περιοχών. Είναι το τέλειο συνοδευτικό ποτού, ιδιαίτερα της ζιβανίας, ενός παραδοσιακού κυπριακού απόσταγματος.

gajrella

Gajar ka halwa ή gajrela -Βόρεια Ινδία: Το «γλυκό καρότο», όπως σημαίνει το όνομά του στην τοπική διάλεκτο, με ιστορία που ξεκινά από την περιοχή Punjab γύρω στα 1500, είναι από τα πιο απλά παραδοσιακά γλυκά που φτιάχνουν στη Βόρεια Ινδία αλλά και το Πακιστάν. Ουσιαστικά είναι ένας τύπος χαλβά με διαδικασία παρασκευής παρόμοια με αυτή του σιμιγδαλένιου χαλβά μιας και στην κατσαρόλα εκτός από τα καρότα προστίθενται συγκεκριμένες ποσότητες νερού, γάλακτος, ζάχαρης και βουτύρου ghee. Σερβίρεται συνήθως με αμύγδαλα ή φιστίκια σοταρισμένα σε βούτυρο γκι. Το εν λόγω γλυκό τρώγεται στην παραδοσιακή του εκδοχή ζεστό κυρίως σε τοπικά φεστιβάλ το χειμώνα, όμως είναι γνωστές και αρκετές παραλλαγές του με παντζάρι, μωβ καρότα και τυρί ρικότα, khoya (τύπος φρέσκου τυριού όπως το ρικότα), παπάγια κ.ά.

leite-creme

Leite creme-Πορτογαλία: Είναι η πορτογαλική και πιο ανάλαφρη εκδοχή της γνωστής γαλίζουσας crème brûlée και της «ισπανόφωνης» crema catalana, με κύρια συστατικά γάλα αντί για κρέμα γάλακτος, αβγά, κορν φλάουρ που χρησιμοποιείται για να δέσει καλύτερα η κρέμα και να βελτιωθεί η υφή της, αρωματίζεται με κανέλα και φλούδα λεμονιού και πασπαλίζεται με ζάχαρη στο τελείωμα για να δημιουργηθεί η γνωστή τραγανή κρούστα με τη βοήθεια φλόγιστρου. Η βελούδινη κρέμα έχει έντονη παρουσία στην περιοχή Minho, όπου κάθε οικογένεια διατηρεί τα δικά της μικρά μυστικά επιτυχίας, αλλά ανεξάρτητα από το πού πρωτοεμφανίστηκε η αρχική της τοπική βερσιόν και πέρα από το γευστικό κομμάτι, η απόλυτα μεταξένια υφή της ήταν ανέκαθεν στο επίκεντρο της προσοχής, κάτι που ισχύει και σήμερα με τους λιγότερο κλασικούς ωστόσο να προτείνουν ευφάνταστες εκδοχές με κρασί πόρτο ή καρύδα.

pita_bundevara

Bundevara-Σερβία: Είναι μια γλυκιά πίτα από φύλλο κρούστας, με σχήμα πανομοιότυπο του αυστριακού στρούντελ, που γεμίζεται με τριμμένη σάρκα κολοκύθας και ψήνεται στο φούρνο. Στη γέμιση προστίθενται- ανάλογα με τις προτιμήσεις- μοσχοκάρυδο, κανέλα ή παρόμοια μπαχαρικά, όπως επίσης σταφίδες και φλούδες λεμονιού. Οι πιο απαιτητικοί δίνουν ιδιαίτερη βάση στον τύπο της κολοκύθας που χρησιμοποιούν, με ιδιαίτερη προτίμηση σε όσες έχουν πιο έντονο πορτοκαλί χρώμα (ένδειξη μεγαλύτερης περιεκτικότητας σε καροτένη) και ειδικά στην ποικιλία cucurbita moschata που θεωρείται και η ιδανικότερη για το εν λόγω γλυκό. Η πίτα τρώγεται ζεστή ή και κρύα, ενώ στο τέλος πασπαλίζεται με ζάχαρη άχνη ή ζάχαρη αρωματισμένη με φρέσκια βανίλια. Παραλλαγή του συγκεκριμένου γλυκού με τριμμένα καρύδια, γαρίφαλο και στριφτό σχήμα συναντάμε και στη Βουλγαρία με την ονομασία Tikvenik.

shutterstock_206954338

Ptasie Mleczko- Πολωνία: Με όνομα που στην πολωνική διάλεκτο σημαίνει «του πουλιού το γάλα» ή σε τοπικό ιδίωμα «άπιαστη λιχουδιά», πρόκειται για ένα γλυκό του οποίου το άκουσμα σε προϊδεάζει και για την ξεχωριστή του γεύση. Στην Πολωνία το φτιάχνουν με πάρα πολλούς τρόπους και μορφές με γέμιση που συνήθως αποτελείται από έναν τύπο αφράτου κέικ βανίλια, κρέμα ή μαρέγκα που στο τέλος επικαλύπτεται με σοκολάτα. Στη Ρωσία ωστόσο συναντάμε σχεδόν το ίδιο γλυκό με αφράτη γέμιση σαν σουφλέ βανίλια και επικάλυψη σοκολάτα, αλλά με το όνομα Ptichye moloko. Στην Πολωνία πρωτοεμφανίστηκε στην αγορά από τον Jan Wedel, ιδιοκτήτη εταιρείας με προϊόντα ζαχ/κής, που εμπνεύτηκε μάλιστα και το όνομά του σε μια προσπάθεια να απαντήσει στο ερώτημα «τι θα μπορούσε να κάνει ευτυχισμένο έναν άνθρωπο που τα έχει όλα στη ζωή του».

Στη Ρωσία έγινε γνωστό πρώτα σε μορφή μικρού γλυκίσματος τη δεκαετία του ’60 και αφού έγινε αγαπητό στο κοινό οι εταιρείες παραγωγής προϊόντων ζαχ/κής προχώρησαν σε μαζική παραγωγή. Το να παρουσιαστεί φυσικά το δημοφιλές γλυκό σε μορφή τούρτας και λοιπές παραλλαγές ήταν ζήτημα χρόνου. Η μέχρι σήμερα πιο αγαπητή εκδοχή του πάντως είναι αυτή που ο Vladimir Guralnik πρώτος δημιούργησε σε γνωστό εστιατόριο στη Μόσχα και δεν είναι άλλη από ένα αέρινο κέικ-σουφλέ με απαλή κρέμα και επικάλυψη γλάσου σοκολάτας.