Ο Γκίκας Ξενάκης ανήκει στη γενιά των σεφ που ανέλαβαν να δώσουν περιεχόμενο στην έννοια Νέα Ελληνική κουζίνα, όταν η επιστροφή στις ρίζες της γαστρονομικής παράδοσης και η επανεφεύρεση των οικείων γεύσεων ήρθαν ως τάση και στην Ελλάδα.

Στην πορεία του τα χρόνια που τον παρακολουθώ παραμένει ένας από τους πιο σταθερούς στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει την κουζίνα και τα υλικά του. Αν έπρεπε να καταγράψω τις διαφορές και την εξέλιξη του, θα έλεγα ότι αυτές συνοψίζονται σε μία λέξη: ωριμότητα. Πιάτα που μυρίζουν Ελλάδα από την πρώτη ως την τελευταία πιρουνιά, δουλεμένα στη λεπτομέρεια, αποφορτισμένα από συγκινησιακά φορτία και περιττά στολίσματα, κάνουν την εμπειρία απολαυστική και κυρίως απόλυτα κατανοητή στις προθέσεις και στο τελικό αποτέλεσμα.

Ένα αποτέλεσμα που ίσως δεν θα ήταν το ίδιο αν το γεύμα δεν εξελισσόταν στον χώρο του Aleria, που με τα χρόνια αποκτά την πατίνα του «καλοζωισμένου» αστικού εστιατορίου, σε ένα παλιό αρχοντικό σπίτι που ανακαινίστηκε ιδανικά από τον ιδιοκτήτη του Νικηφόρο Κεχαγιαδάκη, σε μια δύσκολη περιοχή της Αθήνας, αυτή του Μεταξουργείου. Το σέρβις έχει αποκτήσει και αυτό τον ίδιο ακριβώς χαρακτήρα, με σερβιτόρους που θυμούνται τους σταθερούς πελάτες και τις προτιμήσεις τους και εξυπηρετούν σιωπηλά, αλλά με φυσική ευγένεια και ταχύτητα.

Από τα σταθερά πιάτα του Ξενάκη θα ξεχωρίσω την κοτόσουπα, που πρόλαβα τις τελευταίες ημέρες πριν αποσυρθεί από το καλοκαιρινό μενού. Με συμπυκνωμένο ζωμό κότας, ρύζι, κρέμα αυγολέμονο, αχινό και υφές που περνούν από τη βελούδινη και φτάνουν στην πιο τραγανή, αρώματα αναζωογονητικά και γεύση που σε κατακλύζει είναι από τα καλύτερα που έχω δοκιμάσει. Εξίσου δυνατό, από τα amuse bouche, τις μικρές μπουκιές του καλωσορίσματος, θα ξεχωρίσω το club sandwich, με το τραγανό φύλλο, το καπνιστό χέλι, το πατέ και το πράσινο μήλο, ένα μικρό ποίημα!

Από τα νέα πιάτα του μενού που είχαμε τη χαρά να δοκιμάσουμε πρώτοι, το Μπαρμπούνι του σίγουρα θα κάψει καρδιές. Σερβίρεται με πουρέ κολοκυθιού, κολοκυθανθό γεμιστό με ρύζι, αχιβαδάκια, κανθαρέλες και ζωμό κακαβιάς. Το Αιγαίο σε λίγες μπουκιές, με όλα τα αρώματα και τις γεύσεις του διακριτά, απόλυτα ισορροπημένα, καρδιοτονωτικά θα μπορούσα να πω. Όσο για τον κολοκυθανθό, ένα μικρό masterpiece.

Για το τέλος κράτησα ένα πιάτο με υλικό «της μόδας», κάποτε ξεχασμένο, που επανέρχεται δυναμικά. Γλυκάδια από μοσχάρι, με καρότο, μυρώνια, μαρούλι και πουρέ παστινάκι, σε μια δημιουργία που αποδεικνύει πως τα υλικά, όταν φτάνουν στα χέρια άξιων μαγείρων, ευτυχούν. Για το τέλος, ένα γλυκό με φράουλα, ρουμπάρμπ, παγωτό μαστίχα και φιστίκι Αιγίνης έκλεισε ιδανικά ένα πραγματικά ωραίο δείπνο.

info
Μ. Αλεξάνδρου 57, Μεταξουργείο, τηλ. 210 7210501. Κόστος: €50-55 / άτομο, χωρίς κρασί. Κλειστά Κυριακή.