Δουλεμένη, νόστιμη, έξυπνη κουζίνα στην ήσυχη πλευρά του Κολωνακίου, με τον σεφ-ιδιοκτήτη του να παίζει με την ελληνικότητα γεύσεων και πρώτων υλών.

Την ώρα που πάρκαρα στον ήσυχο δρόμο της Υψηλάντου, ένας γηραιός κύριος με κομψές πιτζάμες και μια εξαίσια καρό φανελένια ρόμπα επέστρεφε με τον μικρόσωμο σκύλο του προς την είσοδο της πολυκατοικίας. Η έννοια της γειτονιάς ερμηνεύεται ακόμη εδώ με την παλιά αθηναϊκή διάλεκτο της αστικής άνεσης στη συμπεριφορά.
Κατέβηκα τα τρία σκαλιά του «Simul» έχοντας στον νου μυθιστορήματα του Καραγάτση και νεανικά γεύματα στο «Prunier», στο μπιστρό που προϋπήρχε εδώ, για να βρεθώ στον κατάλευκο, αβίαστα φιλικό, χώρο του. Τα φωτιστικά συμμετέχουν στη λιτή διακόσμηση ως στοιχεία της, τα τραπέζια με τις καρέκλες και τους καναπέδες είναι άνετα και «ήσυχα» μέσα στον χώρο – τίποτε δεν κραυγάζει. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το σέρβις, με τους ανθρώπους του να βρίσκονται εδώ από την πρώτη μέρα της λειτουργίας του. Ευγενείς, επαγγελματίες, χωρίς να γίνονται ενοχλητικά παρόντες στο τραπέζι, αλλά και χωρίς να απουσιάζουν στιγμή.

Το μενού που προτείνει ο σεφ-ιδιοκτήτης Νίκος Θωμάς είναι μικρό και ευέλικτο, άκρως εποχικό. Μόλις δέκα πρώτα και ορεκτικά ακολουθούνται από έξι προτάσεις για κυρίως πιάτα, που για να είμαι ειλικρινής θα ήθελα να τα δοκιμάσω όλα.

Στο καλωσόρισμα ήρθαν τα χειροποίητα δικά τους ψωμιά -κουλούρι Θεσσαλονίκης, χαρουπόψωμο και λευκό- συνοδευόμενα από κρεμώδες μαστιχοτύρι και μους ελαιολάδου, επιβεβαιώνοντας ότι εδώ υπάρχει φροντίδα. Από το ανοιξιάτικο μενού σε preview δοκιμάσαμε μαριναρισμένες γυαλιστερές με λάδι κόλιανδρου και σαλικόρνια, αρωματικές, ζουμερές, με ευχάριστη οξύτητα και αληθινά θαλασσινή γεύση. Το ταρτάρ μοσχαριού έρχεται σε μορφή μικρών κεφτέδων που συνοδεύονται από ένα μικρό χειροποίητο παστέλι και μαγιονέζα wasabi, σωστό στην υφή του, μεστό και γευστικό. Το πικάντικο αρνίσιο ταρτάρ πάλι, παίζει με το γιαουρτλού, αφού σερβίρεται με τηγανητό κρεμμύδι, σος κόκκινης πιπεριάς και τραγανά τσιπς γιαουρτιού, ενώ το μόνο που του λείπει για να γίνει αγαπημένο μου είναι μια νότα οξύτητας. Λάτρεψα τα ρεβίθια με το μεδούλι και τις γαρίδες, ένα πιάτο ολοκληρωμένο που ενώ θα μπορούσε να κινείται απλά στο πλαίσιο του ρουστίκ, έχει όση ακριβώς φινέτσα χρειάζεται, όπως και ο κρασάτος κόκορας με τον πελτέ, τον ξινό τραχανά και το αρσενικό Νάξου. Πολύ καλό και το σιτάρι με τραγανό αυγό ορτυκιού, «καμμένο» κρεμμυδάκι και σος μυρωδικών, όπως και η αρνίσια σπάλα με το άγριο μπρόκολο και τα βατόμουρα. Υπολογίστε 35-45 ευρώ το άτομο χωρίς ποτό, που τα αξίζει απόλυτα η εμπειρία σε ένα νέας γενιάς μπιστρό. Η λίστα των κρασιών μελετημένη, με ωραίες επιλογές και σε καλές τιμές.

info
Υψηλάντου 63, Κολωνάκι, τηλ. 210 7224737. Κόστος: €35-45/άτομο. Κλειστά Κυριακή.