Τα μακαρόν και τα υπέροχα γλυκά του τα έχουν γευτεί από τον Τζάστιν Τίμπερλέικ μέχρι τη βασιλική οικογένεια της Δανίας. Εν μέσω πανδημίας, ο Ελληνας pastry chef ανοίγει στην Κοπεγχάγη το δικό του μαγαζί με οργανικό σουβλάκι που θα λέγεται «Οpa by Strangas».

Είναι Πειραιώτης, αλλά δηλώνει ορκισμένος ΠΑΟΚτσής. Έχτισε ένα ισχυρό brand με τα γλυκά του, αλλά αποφασίζει στα 44 του να κάνει νέα επιχειρηματική κίνηση και να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στον χώρο του streetfood ανοίγοντας στη Δανία, τη Μέκκα της γαστρονομίας με τα κορυφαία εστιατόρια στον κόσμο, ένα μαγαζί που θα θυμίζει Ελλάδα, από το όνομά του μέχρι το σουβλάκι του. Είναι άκρως επικοινωνιακός και ο λόγος του έχει πάντα ένα χαμόγελο.

Την ημέρα που μιλήσαμε έκανε το πρώτο tasting με Δανούς δημοσιογράφους, οι οποίοι δήλωσαν ενθουσιασμένοι τόσο με τη χειροποίητη πίτα του όσο και με το σουβλάκι του. Ο ίδιος περιμένει με αγωνία να ανοίξουν, γύρω στις 10 Μαΐου, και, απ’ ό,τι μου εξηγεί, ήταν μια κίνηση που την προετοίμαζε σχεδόν έναν χρόνο.

«Το “ΝΟΜΑ”, ένα από τα κορυφαία εστιατόρια του κόσμου, μετακόμισε σε νέο σημείο στην πόλη και στον παλιό του χώρο άνοιξε ένα άλλο εστιατόριο, την πίσω πλευρά του οποίου μετέτρεψαν σε streetfoodmarket. Σε αυτό το σημείο, λοιπόν, έχουν τοποθετηθεί 11 κοντέινερ, στις κουζίνες των οποίων υπάρχουν κορυφαίοι σεφ από εστιατόρια τα οποία όλα έχουν αστέρι Michelin. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο να μπει κάποιος στην ομάδα και χαίρομαι που μετά από καιρό τα κατάφερα και ανοίγω τώρα το δικό μου οργανικό σουβλατζίδικο. Επειδή η σκηνή του φαγητού στη Δανία είναι τεράστια και το streetfood αλλά και το bakery φαγητό κερδίζουν χώρο μέρα με τη μέρα, κατάλαβα ότι υπάρχει ανάγκη για ένα σουβλατζίδικο με βιολογικά προϊόντα. Εμείς κάνουμε τη δική μας πίτα, τα κρέατά μας είναι όλα βιολογικά και υποστηρίζουμε 100% το sustainability. O,τι έχτισα τόσα χρόνια στη ζαχαροπλαστική δημιουργώντας ένα δυνατό brand θα το συνεχίσω τώρα και στο φαγητό».

Τον ρωτάω αν αυτό μπερδέψει τον κόσμο που τον γνωρίζει τόσα χρόνια ως patissier, καθώς εμφανίζεται και στη δανέζικη τηλεόραση με δική του εκπομπή ενώ συμμετείχε και σε δύο «Bake Off» με επαγγελματίες στον χώρο της ζαχαροπλαστικής στο TV2. Το ζαχαροπλαστείο του, άλλωστε, τροφοδοτούσε με γλυκά το Παλάτι ενώ τα μακαρόν του τα έχουν λατρέψει από τον βασιλιά μέχρι τον Τζάστιν Τίμπερλέικ και την Τζέσικα Μπίελ που ήταν πελάτες του. «Το φαγητό είναι ανάγκη, το γλυκό πάλι όχι. Το γλυκό το τρώμε για να ευχαριστηθούμε και να χαλαρώσουμε. Να φανταστείτε σε ολόκληρη Κοπεγχάγη υπήρχαν δύο ζαχαροπλαστεία: το δικό μου και ένα άλλο. Εγώ το δικό μου το έκλεισα πριν από δύο χρόνια όταν ήρθα στην Ελλάδα για να κάνω το “Bake Off” στον ΑLPHA και έκτοτε υπάρχει μόνο ένα ζαχαροπλαστείο. Αντιθέτως, η σκηνή του φαγητού είναι τεράστια, και εδώ έρχομαι εγώ να προσφέρω το σουβλάκι στην καλύτερη εκδοχή του. Όλο αυτό, λοιπόν, το βλέπω ως εξέλιξη. Κάποια στιγμή θα ξανανοίξω ζαχαροπλαστείο, αλλά, κακά τα ψέματα, οι Δανοί δεν είναι του γλυκού, οπότε δεν μπορείς να κάνεις μια μεγάλη επιχείρηση στηριζόμενος στο γλυκό».

Είναι άνθρωπος που δεν φοβάται να πάρει ρίσκο. Από την αλυσίδα ξενοδοχείων «Hilton», όπου εργαζόταν στη Ρόδο, πήγε στη Σκωτία και στη συνέχεια ως «ερωτικός μετανάστης» βρέθηκε στη Δανία, για να δημιουργήσει όνομα ανοίγοντας το δικό του ζαχαροπλαστείο, που ήταν ουσιαστικά ένα μενού εστιατόριο μόνο με γλυκά. Συμπληρώνει πλέον 20 χρόνια στα ξένα, αλλά πάντα έχει όνειρο να κάνει μια δική του εκπομπή ζαχαροπλαστικής στην Ελλάδα. Κάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει.

«Δεν μπορώ να το εξηγήσω γιατί είναι τόσο δύσκολο. Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα τηλεοπτικά υπάρχει μόνο ο Παρλιάρος. Όταν ήμουν στον ALPHA κάνοντας το “Bake Off”, που ήταν μια πολύ καλή παραγωγή, είχαμε συμφωνήσει τον Δεκέμβριο ότι θα ξεκινούσα και μια δική μου εκπομπή. Τότε, λοιπόν, και ενώ ήταν να ανοίξω δικό μου ζαχαροπλαστείο στα κεντρικά κτίρια της Lego στην Κοπεγχάγη, είπα στη γυναίκα μου: “Λότε, ή θα το κάνω τώρα ή ποτέ!”. Ενώ λοιπόν όλα ήταν έτοιμα για το μαγαζί, ήρθα στην Ελλάδα. Δυστυχώς, όμως, αν και υπήρχε προετοιμασία, είχαμε εταιρεία παραγωγής , σκηνικά κ.τ.λ., κάποια στιγμή σταμάτησαν να μας απαντούν σε τηλέφωνα και μέιλ και τον Ιούλιο απλώς μας ανακοίνωσαν ότι δεν θα ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Μια άλλη πρόταση που είχα, μου ζήτησαν να έχω χορηγό μαργαρίνη. Καλώς τα εκατομμύρια των πολυεθνικών, καλώς και οι χορηγοί και οι προσφορές, αλλά κάποια στιγμή θα πρέπει να δούμε κι αλλιώς τα πράγματα. Εγώ με μαργαρίνη δεν πρόκειται να μαγειρέψω. Αν δεν είμαι περήφανος γι’ αυτό που σερβίρω, γι’ αυτό που φτιάχνω, δεν θα πετύχω».

Αυτό που τον στρέσαρε σε ό,τι αφορά την εμπειρία του από την ελληνική τηλεόραση ήταν η εμμονή με την τηλεθέαση. «Στη Δανία τόσα χρόνια ποτέ δεν μιλήσαμε για νούμερα. Στην Ελλάδα υπήρχε απίστευτο στρες και πίεση και από εκπομπές που τα σχολιάζουν, και από δημοσιεύματα».

Κάπως έτσι, αποφάσισε ότι η βάση του πλέον θα είναι η Κοπεγχάγη. «Το ιδανικό σενάριο θα ήταν να περνώ έξι μήνες στη Δανία και έξι στην Ελλάδα, αλλά αν το νέο κόνσεπτ πάει καλά και ανοίξω κι άλλα μαγαζιά εννοείται ότι θα επιστρέψω Ελλάδα. Δεν υπάρχει περίπτωση να κάτσω Δανία».

Επιμένει στην πρώτη ύλη και στα βιολογικά: «Τα πάντα στη ζωή είναι θέμα επιλογών. Ο άλλος προτιμά να έχει τρία αυτοκίνητα και να ξοδεύει στα μπουζούκια τα χρήματά του, ενώ αγοράζει μαγιονέζα από το σούπερ μάρκετ με τα εκατοντάδες Ε που είναι καρκινογόνα. Υπάρχουν όμως και οικογένειες που μπορεί να μη διαθέτουν χρήματα, αλλά τους αφορά το τι βάζουν στο τραπέζι τους, τους αφορά η υγεία τους. Όλα είναι θέμα προτεραιοτήτων».

Η 14χρονη κόρη του Σοφία μιλά άπταιστα ελληνικά, ενώ ο 7χρονος γιος του Μάρλεϊ το προσπαθεί. Οι δεσμοί με την πατρίδα, φυσικά, δεν κόβονται. Πέρυσι συνεργάστηκε με το «ΥΤΟΝ» και τον Νίκο Βέρτη, ενώ φέτος μόλις ανοίξουν τα μαγαζιά θα ξεκινήσει συνεργασία με το «Panormos» στη Μύκονο. «Η συνεργασία μου με τον κ. Βέρτη ήταν εξαιρετική. Προς τιμήν του, είναι άνθρωπος που έχει άποψη για όλα στο μαγαζί του. Τα γλυκά τού αρέσουν πολύ και είναι λάτρης της σοκολάτας. Έτσι επέλεξα να δημιουργήσω δύο γλυκά, το ένα από μια χρυσή σφαίρα καραμέλας και πραλίνας και το άλλο ένα προφιτερόλ με βουνό από σου. Στο “Panormos” έχω αναλάβει το consulting και θα έχουμε τα δικά μας γλυκά που θα βασίζονται σε δικές μου συνταγές».

Κάθε φορά που θα έρθει στην Ελλάδα θα περάσει για φαγητό από το μαγαζί του Ακη Πετρετζίκη, καθώς τόσο με τον ίδιο όσο και με τον Δημήτρη Χρονόπουλο έχουν εξαιρετικές σχέσεις. Το δικό του αγαπημένο γλυκό παραμένει το κέικ βανίλιας με πορτοκάλι της μητέρας του και διαφωνεί όταν του λέω ότι σε αντίθεση με τη μαγειρική η ζαχαροπλαστική απαιτεί ακρίβεια στα υλικά: «Το μόνο που απαιτεί είναι κατανόηση. Τίποτα άλλο», δηλώνει.

Τα πρώτα χρόνια στη Δανία, ως μετανάστης, πέρασε εξαιρετικά δύσκολα, καθώς δεν ήξερε ούτε τη γλώσσα. Η ψυχρή νοοτροπία των Δανών ήρθε πολλές φορές κόντρα με τη μεσογειακού ταμπεραμέντου φύση του. «Δεν είναι εύκολα τα πράγματα, γιατί και ρατσισμός υπάρχει, και σε βλέπουν με μισό μάτι από πολλές απόψεις. Το θέμα είναι εσύ πώς νιώθεις και πόση υπομονή έχεις και πόσο θέλεις να πετύχεις σε αυτό που κάνεις. Υπάρχουν ευκολίες εδώ, το σύστημά τους είναι εύκολο, η Εφορία τους είναι εύκολη, δεν υπάρχει γραφειοκρατία, δεν θα μείνεις ποτέ στον δρόμο γιατί το κράτος θα σε φροντίσει, αλλά ως λαός είναι πιο κρύοι, δεν μπορείς να μπεις εύκολα στη νοοτροπία τους».

Τον Μάρτιο ήταν στην Ελλάδα, καθώς παραδίδει σεμινάρια στα ΙΕΚ Όμηρος και στο παρά πέντε πρόλαβε ώστε η καραντίνα να τον βρει με την οικογένειά του στην Κοπεγχάγη. «Επειδή ως λαός οι Δανοί κρατούν τις αποστάσεις, δεν κλειστήκαμε στο σπίτι. Ναι, έκλεισαν τα σχολεία, τα καταστήματα και τα εστιατόρια, αλλά κυκλοφορούσαμε χωρίς μάσκες και γάντια και μπορούσαμε να βρεθούμε μέχρι και 10 άτομα. Δεν στέλναμε μήνυμα για να βγούμε έξω, οπότε όλο αυτό το διάστημα περάσαμε όμορφα με τους φίλους μας. Τώρα άνοιξαν τα σχολεία και τα καταστήματα και περιμένουμε να ανοίξουν και τα εστιατόρια. Το μόνο μέτρο που συζητάμε είναι αυτό της απόστασης και να υπάρχουν αντισηπτικά σε κάθε μαγαζί. Ούτε πλέξιγκλας, ούτε μάσκες. Νομίζω ότι στην Ελλάδα θα πρέπει να μας ενδιαφέρει αντί να μιλάμε για μάσκες και περιορισμό, να δοθούν χρήματα στον τομέα της Υγείας, να γίνουν προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού ώστε να θωρακιστούμε ουσιαστικά».

Προτού τον αποχαιρετήσω, του ζητώ να προτείνει τα μέρη που οπωσδήποτε πρέπει να επισκεφτεί κάποιος στην Κοπεγχάγη. «Θα σας πρότεινα οπωσδήποτε να επισκεφτείτε ένα από τα καλύτερα εστιατόρια στον κόσμο, το “Geranium”, το οποίο έχει Έλληνα σεφ τον Θάνο Φέσκο και Έλληνα floormanager, και το μικρό ψαροχώρι, Ντραγκόρ,δίπλα στο αεροδρόμιο της Κοπεγχάγης, για βαρκάδα, κολύμπι, βόλτες με το ποδήλατο ή με ένα παγωτό στο χέρι. Είναι υπέροχο».

Δείτε επίσης

Νικόλας Στράγγας, ο μάστορας των macarons

Λεωνίδας Κουτσόπουλος: Ροκ σταρ κατά λάθος

Σωτήρης Κοντιζάς: Ο γκουρού του Master Chef