Σπούδασε ηλεκτρολογικά, ασχολήθηκε με το kickboxing, αλλά βρήκε την πραγματική του κλίση στις γαστρονομικές αλχημείες. Μετά την περσινή θητεία του στο μυκονιάτικο «Hakkasan – Ling Ling», ο Αλσι Σιναναΐ άνοιξε το δικό του εστιατόριο στο Νησί των Ανέμων και ο ΣΚΑΪ του άνοιξε διάπλατα τις πόρτες με καινούρια εκπομπή.

ALSI-SIN8
Η εμπειρία του σεφ Άλσι Σιναναΐ εκφράζεται στην μπρουτάλ κονσεπτική εκδοχή της, με τον ίδιο να παίζει επιδέξια σε γήπεδο που διαφοροποιείται από τα μέχρι πρότινος ασιατικού προσανατολισμού γαστρονομικά του λημέρια.

Στο εστιατόριο «Wolves of Kitchen», στον Ορνό της Μυκόνου, στο μενού κάνουν παρέλαση μικρά γαστρονομικά θαύματα. Ο δημιουργός τους από την κουζίνα κλείνει το μάτι με νόημα. Ο Αλσι Σιναναΐ αναδεικνύεται στο καινούριο αστέρι της γαστρονομικής πιάτσας στην Ελλάδα και το ξέρει. Ηταν άλλωστε μόλις πριν από έναν χρόνο, όταν ο Αρζούν Γουέινι, ένας εκ των ιδιοκτητών του διάσημου λονδρέζικου «Zuma», είχε δοκιμάσει τα πιάτα του στο «Hakkasan – Ling Ling» και εξομολογήθηκε στους συνδαιτυμόνες του ότι πρόκειται για το νέο μεγάλο όνομα της παγκόσμιας κουζίνας.

wolves-of-kitchen
Ο Αλσι Σινανάι άνοιξε το δικό του μαγαζί στον Ορνό της Μυκόνου

Ο Αλσι δεν είναι μια συνηθισμένη περίπτωση σεφ. Ωμά ειλικρινής, παραδέχεται ότι πρωτοβρέθηκε στην κουζίνα απλά για να βγάλει τα προς το ζην. «Οι γονείς μου έχουν καταγωγή από την Αλβανία, ο πατέρας μου είναι χρηματιστής και ήθελε να ασχοληθώ με ένα επάγγελμα που να μπορεί να μου αποδώσει χρήματα. Σπούδασα ηλεκτρολόγος, αλλά δεν εξάσκησα ποτέ το επάγγελμα γιατί δεν μου άρεσε. Γνώριζα ότι δεν θα με κάνει ευτυχισμένο», λέει στο «thema people». Την πρώτη του δουλειά τη βρήκε από αγγελία, όπου ζητούσαν ανειδίκευτο βοηθό μάγειρα. Οι πρώτες ημέρες στο καινούριο του πόστο ήταν μαρτυρικές. Ιδρωνε πάνω από τα τηγάνια, δεν ήξερε να κόψει το μαρούλι, οι πελάτες διαμαρτύρονταν, η φωτιά έκαιγε, αλλά εκείνος επέμενε. Επέμενε γιατί είχε αρχίσει να του αρέσει. Αποφάσισε να παρακολουθήσει μαθήματα σε σχολή μαγειρικής. Στη συνέχεια ήταν αρκετά τυχερός ώστε να βρεθεί ξαφνικά στις κουζίνες «ναών» της εστίασης. Μεταξύ αυτών, γνωστό εστιατόριο στην Παράγκα της Μυκόνου, δημοφιλές εστιατόριο στη Νέα Σμύρνη, αλλά και τα φημισμένα εστιατόρια της αλυσίδας ξενοδοχείων «Ledra Marriott». Ακολούθησε το εξωτερικό, όπου μυήθηκε στην υψηλή γαστρονομία. Στη Γερμανία συνεργάστηκε με τον βραβευμένο με τρία αστέρια Michelin, Χάις Γουίνκλερ, ενώ ακολούθησε η Βενεζουέλα.

wolves-of-kitchen-piato2
Γαστριμαργικές δημιουργίες με στυλ και γεύση

Επιστρέφοντας, πρόσθεσε στο βιογραφικό του βαριά εγχώρια ονόματα, όπως τη «Σπονδή», αλλά και το «Π Box» του Χριστόφορου Πέσκια, μέχρι που κατέληξε βασικός σεφ στο «Hakkasan» της Μυκόνου, το γνωστό «Ling Ling», όπου τα πιάτα του ενθουσίασαν όσους είχαν την τύχη -και την οικονομική δυνατότητα- να τα γευτούν. Η διεθνής πελατεία που απέκτησε έκανε συχνά αναφορές στις πικάντικες παραλλαγές που ο νεαρός σεφ τολμούσε πάνω σε ήδη καθιερωμένα πιάτα. Κάπως έτσι, το όνομά του έγινε γνωστό. Πλέον όλοι μιλούσαν με άκρως κολακευτικά λόγια για τον Αλσι, που σίγουρα θα έβρισκε έναν τρόπο για να εντυπωσιάσει και τον πιο απαιτητικό ουρανίσκο.
Παρά τις επαγγελματικές σειρήνες που κατά καιρούς τον καλούσαν από Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και ΗΠΑ, εκείνος παρέμεινε εντός ελληνικών συνόρων, στήνοντας τον δικό του γαστρονομικό παράδεισο περί τα μέσα Μαΐου στον Ορνό. Στην κοσμοπολίτικη Μύκονο ο Αλσι έχει βρει το πλέον κατάλληλο μέρος για να δημιουργήσει με τους δικούς του όρους αλλά και να καθιερωθεί.

ALSI-SIN3

Wolves of Kitchen
Ο Αλσι έχει tattoo, τσιρότα βελονισμού και το παρουσιαστικό του παραπέμπει περισσότερο σε αθλητή του kickboxing παρά σε σεφ. «H αλήθεια είναι ότι υπήρξα καλός αθλητής στο συγκεκριμένο άθλημα. Σταμάτησα γιατί δεν ήθελα να… δέρνω. Τα πρωτογενή ένστικτά μου πια τα εκτονώνω στην κουζίνα», λέει ο ίδιος. Στην ερώτηση πώς προέκυψε ο τίτλος «Wolves of Kitchen» απαντά χαμογελώντας: «Είναι απλό. Ο λύκος είναι ηγέτης και παρά την άγρια όψη του, διαθέτει ενστικτωδώς κανόνες ηθικής. Είναι ελεύθερο ζώο, άναρχο, αλλά ξέρει να ζει και σε αγέλη. Αν ο αρχηγός του δεν πάει μπροστά, δεν πάει κανείς. Σέβεται, δεν θα πειράξει ποτέ ένα αδύναμο ζώο, θα το προστατεύσει, κάτι που ο άνθρωπος έχει ξεχάσει εδώ και χρόνια. Αλλωστε, παρά το γεγονός ότι στο εστιατόριο έχουμε και κάποια θαλασσινά πιάτα, όπως το βασιλικό καβούρι, ο χώρος μας αποτελεί τη χαρά του καλού κρεατοφάγου». Το πρώτο ζητούμενο είναι η καλή πρώτη ύλη. Σε μια Ελλάδα που διαθέτει θησαυρούς, το να χρησιμοποιεί κάποιος ακατάλληλα συστατικά το λιγότερο θεωρείται ύβρις. Υπάρχουν όμως και κάποια σπάνια κρέατα πρώτης ποιότητας που έρχονται από το εξωτερικό. Στο «Wolves of Kitchen» θα βρει κανείς crispy dry age chicken, dry aged beef, steak black Angus, striploin steak, αλλά και τα πιο διαδεδομένα tomahawk, T-bone, porterhouse και prime rib.

Ο χώρος του εστιατορίου βρίσκεται ελάχιστα μέτρα πριν την παραλία του Ορνού και ξεχωρίζει από τις έθνικ πινελιές στη διακόσμησή του. Γήινα χρώματα και φυσικά υλικά συνθέτουν ένα φιλικό περιβάλλον, το οποίο συμπληρώνει η μουσική, που συνήθως είναι ένας ευχάριστος συνδυασμός ηλεκτρονικής house και ήχων της φύσης.

Sinanai-2
Μερικές φορές το καλό πράμα θέλει πολύ κόπο αλλά και τρόπο

Τα πρωινά προσφέρεται breakfast με παραδοσιακές πίτες, αβγά και φυσικούς χυμούς, ενώ οι θαμώνες των πρωινών ωρών αμέσως μετά απολαμβάνουν τον ήλιο στις ξαπλώστρες της παραλίας του Ορνού.

Ο ερχόμενος χειμώνας πάντως του ανήκει δικαιωματικά, αφού έχει ήδη δεχτεί -και αποδεχτεί- πρόταση από τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ για μαγειρική εκπομπή, η οποία θα έχει για τίτλο το όνομα του εστιατορίου του: «Wolves of Kitchen». Το concept θα ταξιδεύει τον ταλαντούχο σεφ ανά την Ελλάδα. «Θα δείχνω στον κόσμο πώς αντιδρά ένα χόρτο όταν ψήνεται στα κάρβουνα, πώς ψήνουμε κρέας στην άμμο, πώς βρίσκουμε μόνοι μας αλάτι ή πώς το μαζεύουμε από τον ζωμό ενός βρασμένου ψαριού. Ημουν καλεσμένος στο “Master Chef” για να δείξω κάποια πράγματα και μου άρεσε η επαφή με τον τηλεοπτικό φακό και η εμπειρία», σημειώνει και προσθέτει: «Για να μάθουμε να τρώμε καλύτερα πρέπει να αποκτήσουμε ουσιαστική γνώση ώστε να αναγνωρίζουμε την αλήθεια της κουζίνας, διαφορετικά θα σερνόμαστε μια ζωή πίσω από καλοστημένες μαρκετίστικες γευστικές μόδες».

Δείτε επίσης
Τι γεύση έχει το ελληνικό καλοκαίρι; Δες ποιος μαγειρεύει που…