Κανείς δεν εύχεται να γίνει παραλήπτης μιας «καυτής πατάτας», αλλά όλοι θέλουν ακόμη μια μερίδα τηγανητές ή λεμονάτες πατάτες φούρνου!

«Κάτω ο προδότης! Κάτω ο Αλούτερος, ο οποίος με τις πατάτες του θα μας καταστρέψη το θρήσκευμα. Κάτω ο άθεος!». Αυτά τα συνθήματα και τα αναθέματα ακουγόντουσαν το 1828 στην προκυμαία της Αίγινας από όσους Έλληνες θεωρούσαν πως ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας είχε φέρει από την Ιταλία αρκετές χιλιάδες οκάδων γεωμήλων, δηλαδή πατατών, προκειμένου να μετατρέψει σε Λουθηρανιστές τους Ορθόδοξους Χριστιανούς. Έτσι τουλάχιστον λέει ο νομικός Κ.Δ. Τριανταφυλλόπουλος στο «Θεός και Θέμις» (Αθήναι 1912).

Και εξηγεί ότι οι εχθροί του Καποδίστρια διέδιδαν για τον ίδιο πως ήταν Λουθηρανιστής, ή επί το λαϊκότερον «Αλούτερος», και πως η βρώση αυτού του καρπού θα μετέτρεπε και τους ίδιους σε «Αλούτερους», δηλαδή σε αμαρτωλούς που θα τσουρουφλίζονταν αιωνίως στα βάθη της κολάσεως. Τη συνέχεια της ιστορίας τη γνωρίζουμε. Ο Καποδίστριας δήλωσε πως οι πατάτες ήταν για δική του χρήση, τις άφησε στο λιμάνι δήθεν φρουρούμενες και μέσα σε μερικές μέρες τα σακιά είχαν εξαφανιστεί. Όσοι δοκίμασαν τις πατάτες έμειναν με τις νοστιμότερες και χορταστικότερες εντυπώσεις. Λίγο αργότερα οι κατάρες μετατράπηκαν σε παρακλήσεις προς τον κυβερνήτη: «Θέλουμε, πατέρα μας, πατάτες! Σώσε μας, πατέρα, και ας όψονται όσοι μας έβαλαν στα λόγια!».

Βέβαια, παρόλο που είμαι της άποψης πως δεν πρέπει να καταστρέφεις μια ωραία ιστορία για χάρη της αλήθειας, δεν γίνεται να μην αναφέρουμε πως παρόμοια περιστατικά που αφορούν τη διάδοση της πατάτας αναφέρονται ως αστικοί μύθοι και στη Γαλλία και στη Ρωσία με αντίστοιχους Γάλλους και Ρώσους πατατομάχους και πατατόφιλους πρωταγωνιστές.

Πάντως, αληθινό ή όχι το συμβάν, το σίγουρο είναι ότι το γεώμηλο ή στρύχνον το κονδυλόρριζον μπήκε στο διαιτολόγιο της χώρας μας μετά την Επανάσταση του 1821. Άργησε δηλαδή αρκετά σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.

Jules Bastien-Lepage

Το μακρύ ταξίδι τού γεώμηλου
Η καταγωγή της πατάτας είναι η Νότια Αμερική. Στην Ευρώπη την έφεραν οι Ισπανοί κονκισταδόρες κοντά στα τέλη του 16ου αιώνα. Άλλοι, πιο ρομαντικοί ίσως, ισχυρίζονται πως τις έφερε ο Άγγλος θαλασσοπόρος και κουρσάρος σερ Φράνσις Ντρέικ.

Στην αρχή, οι κάτοικοι της Γηραιάς Ηπείρου υπήρξαν εξαιρετικά επιφυλακτικοί. Το φυτό καλλιεργήθηκε μόνο ως διακοσμητικό, για τα όμορφα άνθη του, καθώς υπήρχε η πεποίθηση πως η βρώση των βολβών μπορούσε να προκαλέσει πλήθος ασθενειών, μεταξύ των οποίων επώδυνα φουσκώματα και δύσμορφοι δηλητηριώδεις κόνδυλοι στο σώμα.

Ακόμη και σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, στη Γαλλία, η Μαρία-Αντουανέτα έβρισκε πως το μόνο χρήσιμο μέρος του φυτού ήταν τα άνθη πατάτας με τα οποία στόλιζετα μαλλιά της, ενώ ο σύζυγός της, Λουδοβίκος ΙΣΤ’  έβαζε ένα ανθισμένο κλωναράκι του φυτού της πατάτας στην μπουτονιέρα του.

Τη διατροφική της αξία επρόκειτο να αναγνωρίσουν όμως σταδιακά όλοι οι Ευρωπαίοι. Η καλλιέργεια και η συγκομιδή της ήταν εύκολες, η προσαρμοστικότητά στο κλίμα μεγάλη και η αποδοτικότητά της ανά στρέμμα εξαιρετική. Και από τη στιγμή που ένας λαός τη δοκίμαζε, υπέκυπτε σύντομα στη γοητεία της.

Πολύ φυσικό αφού, εκτός από τη θρεπτική της αξία, έχει το προσόν να μαγειρεύεται με πολλούς τρόπους και να συνδυάζεται με πολλά τρόφιμα. Ένα εδώδιμο πασπαρτού που ταιριάζει σε όλες τις κουζίνες, αστικές και χωριάτικες, αριστοκρατικές και λαϊκές.

Από πού έρχονται οι french fries;
Οι πατάτες είναι νόστιμες, πάντοτε: στον φούρνο, στην κατσαρόλα, γιαχνί, βραστές, λεμονάτες, κοκκινιστές και βέβαια τηγανητές ή, όπως είναι παγκοσμίως γνωστές, French fries.

Που δεν είναι γαλλικές, ισχυρίζονται κάποιοι, αλλά βελγικές. Πώς γίνεται αυτό;

Ο πατατικός μύθος λέει πως οι χωρικοί κατά μήκος του ποταμού Meuse (Μόσας ή Μεύσης) είχαν ως βάση της διατροφής τους τα τηγανητά ψάρια. Τον χειμώνα, όταν πάγωνε ο ποταμός και δεν μπορούσαν να ψαρέψουν, οι χωρικοί τηγάνιζαν στη θέση τους πατάτες κομμένες έτσι ώστε να θυμίζουν το μακρόστενο σχήμα των ψαριών.

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Αμερικανοί στρατιώτες που βρισκόντουσαν στην περιοχή ενθουσιάστηκαν με το πιάτο και μια και στο νότιο Βέλγιο μιλούσαν γαλλικά, ονόμασαν τις τηγανητές πατάτες «French fries».

Στο Βέλγιο, στην Μπριζ, υπάρχει και το Frietmuseum, το Μουσείο της Τηγανητής Πατάτας, όπου, εκτός από μηχανές για τσιπς, αποφλοιωτές, έργα τέχνης και πολλά ακόμη, υπάρχουν και προβολές βίντεο όπου περιγράφεται η τεχνική της τέλειας τηγανητής πατάτας.

Charles Spencelayh

Απλά μυστικά τελειότητας
Στην Ελλάδα αγαπάμε πολύ την τηγανητή πατάτα που όπως όλοι ξέρουμε γίνεται πιο νόστιμη όταν τηγανίζεται στην γκαζιέρα, με εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, σε χοντρά μπαστουνάκια και στο τέλος πασπαλίζεται με ανθό αλατιού και λίγη ρίγανη.

Υπάρχουν βέβαια πολλές προτάσεις για το ιδανικό αποτέλεσμα, για να γίνουν δηλαδή χρυσαφένιες και τραγανές εξωτερικά και μαλακές στο εσωτερικό τους.

Ένας τρόπος είναι να διπλοτηγανιστούν. Την πρώτη φορά στους 140°C, μέχρι να μαλακώσουν χωρίς να πάρουν χρώμα. Να στραγγιστούν σε χαρτί και πριν από το σερβίρισμα να τηγανιστούν και πάλι, αυτή τη φορά, στους 180°C, μέχρι να ροδίσουν. Άλλοι θεωρούν πως πριν και κάποιοι ότι πρέπει πρώτα να τις βράσουμε με τη φλούδα τους και κατόπιν, κομμένες σε μπαστουνάκια, να τις τηγανίσουμε σε πολύ καυτό λάδι. Και χωρίς αμφιβολία πρέπει να έχουν σφιχτή σάρκα για να μη διαλυθούν στο τηγάνισμα.

Λατρεύονται από όλες τις ηλικίες, αφού, όπως συμβαίνει και στο θεατρικό έργο του Ευγένιου Τριβιζά, «Οι ιππότες της τηγανητής πατάτας» συμβολίζουν κάθε γλυκιά, ευφρόσυνη στιγμή.

Υπάρχει μάλιστα και «Το εμβατήριο της τηγανητής πατάτας»:
Μας λείπουν οι πατάτες
και τα υλικά τα άλλα!
Κι όμως έχουμε κουράγιο,
λιγούρα και ελπίδα
ότι κάποτε θα φάμε
τη διπλή μερίδα!

Άπειρες νοστιμιές
Όχι βέβαια ότι δεν τιμούμε τις πατάτες μαγειρεμένες με κάθε τρόπο. Οι γιαχνί φτιάχνονται με χοντροκομμένες πατάτες, ντοματοπελτέ, κρεμμύδι και λάδι. Οι λεμονάτες φούρνου είναι κλασικές στο κυριακάτικο τραπέζι και συνοδεύουν κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι. Οι βραστές γίνονται σαλάτα με κάππαρη και αγγουράκι τουρσί, ενώ ο πουρές ανταγωνίζεται σε δημοτικότητα τις φουρνιστές. Το πατατόψωμο που φτιάχνεται με λιωμένες πατάτες είναι ό,τι πρέπει για γενναίες βουτιές στο λάδι της χωριάτικης.

Στην παραδοσιακή κουζίνα θα βρούμε τις πατάτες να πρωτοστατούν στο χανιώτικο μπουρέκι, στο κυκλαδίτικο πατατάτο (κοκκινιστό μοσχάρι με πατάτες στον φούρνο), στη Φουρτάλια Άνδρου (ομελέτα φούρνου με αυγά, πατάτες και χωριάτικο λουκάνικο), και στη σκορδαλιά.

Οι μαγειρικές δυνατότητες της πατάτας άπειρες σε τοπικό αλλά και διεθνές επίπεδο, αλλά έχουν ένα ακόμη πλεονέκτημα. Δεν πετάμε τίποτα από αυτές. Οι φλούδες ωμής πατάτας, χρησιμοποιούμενες ως κομπρέσες, σβήνουν τους μαύρους κύκλους και αφαιρούν τις σακούλες κάτω από τα μάτια!

Συνταγή

Πατάτες τηγανητές με μοσχαράκι λεμονάτο

Αν «ζηλεύετε» το τέλειο, καλομαγειρεμένο λεμονάτο μοσχαράκι της ταβέρνας, αυτή είναι η συνταγή που αναζητάτε, φυσικά σερβίρεται με τηγανητές πατάτες για μια «ολοκληρωμένη» απόλαυση!

Υλικά για 4-5 άτομα
Προετοιμασία: 10 λεπτά
Μαγείρεμα: 1 ώρα και 30 λεπτά

Για το κρέας
1.500 γρ. μοσχάρι κατάλληλο για κατσαρόλα
40 ml. ελαιόλαδο και επιπλέον για το σοτάρισμα
1 κουτ. σούπας βούτυρο
1 κρεμμύδι ξερό, ψιλοκομμένο
3 σκελίδες σκόρδο, ψιλοκομμένα
1 κουτ. σούπας αλεύρι για όλες τις χρήσεις
3 λεμόνια
4-5 κόκκους μπαχάρι
1 κοφτό κουτ. γλυκού ρίγανη ξερή
400 ml ζωμό κρέατος
αλάτι, φρεσκοτριμμένο πιπέρι

Διαδικασία
Σε ένα τηγάνι ζεσταίνουμε το ελαιόλαδο και σοτάρουμε το μοσχάρι μέχρι να πάρει χρώμα. Ταυτόχρονα σε μια κατσαρόλα σοτάρουμε στο ελαιόλαδο και στο βούτυρο το κρεμμύδι και τα σκόρδα.

Προσθέτουμε το μοσχάρι και πασπαλίζουμε με το αλεύρι, σβήνουμε με τον χυμό από το ένα λεμόνι. Προσθέτουμε τα μπαχάρια, τη ρίγανη, πιπέρι, αλάτι και τον ζωμό.

Χαμηλώνουμε τη φωτιά και σιγομαγειρεύουμε για περίπου 1 ώρα και 30 λεπτά. Μόλις το φαγητό μείνει με τη σάλτσα του, προσθέτουμε τον χυμό από 2 λεμόνια. Σερβίρουμε με τηγανητές πατάτες και μπόλικη σάλτσα.

Tip
Μπορείτε να φτιάξετε το λεμονάτο με οποιοδήποτε είδος κρέατος.

 

Δείτε επίσης:
Παπουτσάκια ή αλλιώς «βαρκούλες στο ταψί»

Πώς αποθηκεύουμε σωστά τις πατάτες;

Πατάτες fondant, η κλασική βουτυρένια συνταγή της Γαλλίας