Η καθημερινή διατροφή μας κρύβει, εκτός από εχθρούς, και αόρατους φίλους με τη μορφή συγκεκριμένων βακτηρίων που βοηθούν στην πέψη και συμβάλλουν στη διατήρηση της ισορροπίας της μικροχλωρίδας του εντέρου.

Απόγευμα καθημερινής, χαλαρώνετε ύστερα από μια κοπιαστική ημέρα και ο οργανισμός σας ζητά ένα σνακ ελαφρύ και συνάμα δροσερό. Ανοίγετε το ψυγείο και αμέσως επιλέγετε ένα γιαουρτάκι, πιθανόν χαμηλό σε λιπαρά, όπως επιβάλλουν οι ανάγκες για μια καλλίγραμμη σιλουέτα. Σε κάθε κουταλιά αναλογίζεστε το καλό που κάνετε στον οργανισμό σας καταναλώνοντας πολύτιμες πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λίγα λιπαρά, απαραίτητα μέταλλα, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία… Καταναλώνετε, όμως, μόνο αυτά; Τι θα λέγατε αν γνωρίζατε ότι μέσα σε κάθε κουταλιά από ένα κλασικό γιαούρτι κρύβονται και πολλά βακτήρια;

Τα καλά, τα κακά και τα… άσχημα βακτήρια
Πριν τρομοκρατηθείτε, είναι σημαντικό να λάβετε υπόψη ότι τα βακτήρια που αναφέραμε παραπάνω (συγκεκριμένα τα L. Bulgaricus και S. Thermophilus) αφενός καταστρέφονται σε μεγάλο βαθμό κατά τη διέλευσή τους από το στομάχι και, αφετέρου, αν κατάφερναν να επιβιώσουν από την «επίθεση» των γαστρικών υγρών, μόνο καλό θα μας έκαναν αφού ανήκουν στη κατηγορία των «καλών» βακτηρίων που ζουν στο πεπτικό σύστημα. Κι αν σας ξενίζει η ιδέα ότι συμβιώνουμε με βακτήρια, αρκεί να σας πληροφορήσουμε ότι στον ανθρώπινο εντερικό σωλήνα υπάρχει μια τεράστια και πολυποίκιλη σειρά από διάφορα είδη βακτηρίων, που αγγίζει σε αριθμό τα 100 τρισεκατομμύρια βακτηριακά κύτταρα! Αυτή η μικροχλωρίδα παίζει σημαντικότατο ρόλο στις πεπτικές διεργασίες και, χωρίς την ύπαρξή της, η επιβίωση του ανθρώπινου οργανισμού θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, αν όχι αδύνατη.

Σε σύγκριση με άλλες περιοχές του γαστρεντερικού σωλήνα, το παχύ έντερο αποτελεί ένα ιδιαίτερα πυκνό -σε μικροβιακό πληθυσμό- οικοσύστημα. Συγκεκριμένοι μικροοργανισμοί αυτού του οικοσυστήματος κατέχουν παθογόνες ιδιότητες και πιθανολογείται πως εμπλέκονται σε καταστάσεις όπως η γαστρεντερίτιδα, αλλά και πιο χρόνιες, όπως η ελκώδης κολίτιδα και ο καρκίνος του παχέος εντέρου. Άλλοι μικροοργανισμοί, όμως, όπως στελέχη μπιφιντοβακτηρίων ή γαλακτοβάκιλλων, πιστεύεται πως έχουν ευεργετικές ιδιότητες για τον ανθρώπινο οργανισμό, όπως η μείωση της χοληστερόλης και/ή των τριγλυκεριδίων, η βελτίωση της δυσανεξίας στη λακτόζη, η προαγωγή της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος και ίσως η καταστολή της ανάπτυξης όγκων.

Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, έχουν λανσαριστεί στην αγορά αρκετά τρόφιμα που εμπεριέχουν «ζωντανούς» μικροοργανισμούς με ευεργετικές επιδράσεις για τον οργανισμό μας, που αναφέρονται ως «προβιοτικά» (ίσως ο όρος «ευβιοτικά» να ήταν πιο εύστοχος, αλλά ας δεχτούμε αυτόν που χρησιμοποιούν σχεδόν όλοι)…

Προβιοτικά
Πρόκειται για πολύ συγκεκριμένα ζωντανά στελέχη βακτηριακών ειδών που προστίθενται στη διατροφή. Το 2001 η αρμόδια επιτροπή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας αποφάνθηκε ότι ως «προβιοτικά» ορίζονται οι ζωντανοί μικροοργανισμοί που, όταν καταναλώνονται σε επαρκή ποσά, συνεισφέρουν πολύ στην υγεία του ατόμου που τα καταναλώνει. Σημαντικό στην απόδοση ταυτότητας στα προβιοτικά είναι ο καθορισμός, όχι μόνο του είδους των βακτηρίων, αλλά και του συγκεκριμένου στελέχους που αποδεδειγμένα φτάνει και επιβιώνει αναλλοίωτο στο παχύ έντερο, συμβάλλοντας στη διατήρηση της ισορροπίας της μικροχλωρίδας.

Κάποια «καλά» βακτήρια έχουν επιμελώς μελετηθεί και γνωρίζουμε σήμερα την αξία τους και τη συνεισφορά τους στην ανθρώπινη υγεία. Δύο από αυτά τα «φιλικά» βακτήρια είναι ο γαλακτοβάκιλλος Casei Defensis και το μπιφιντοβακτήριο ActiRegularis. Ο γαλακτοβάκιλλος Casei Defensis, τον οποίο συναντάμε σε προβιοτικά ροφήματα, έχει εκπληκτική αντοχή στις γαστρικές εκκρίσεις, καταφέρνοντας έτσι να φτάσει σχεδόν ανεπηρέαστος σε μεγάλες συγκεντρώσεις στο έντερο, όπου και συμβάλλει στην αποίκηση και τη διατήρηση της επιθυμητής σύνθεσης της μικροχλωρίδας.

Ακόμη, ο ίδιος γαλακτοβάκιλλος αναστέλλει τη δράση παθογόνων βακτηρίων και προάγει την άμυνα του οργανισμού απέναντι σε λοιμώξεις του εντερικού σωλήνα. Από την άλλη, το μπιφιντοβακτήριο ActiRegularis, που μπορούμε να πάρουμε από ανάλογο γιαούρτι, μειώνει το χρόνο διέλευσης της τροφής μέσα στη γαστρεντερική οδό και βοηθά στην αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας και γενικότερα στην πεπτική ευφορία. Ας σημειώσουμε εδώ ότι ο χρόνος που απαιτείται για τη διέλευση της τροφής, από την ώρα κατανάλωσης έως το τελικό τμήμα του παχέος εντέρου, είναι μικρότερος των 72 ωρών για τους υγιείς ενήλικες και ο περισσότερος χρόνος ξοδεύεται στο παχύ έντερο.

Το μέλλον των «φιλικών» βακτηρίων στη διατροφή μας αναμένεται ιδιαίτερα ευοίωνο, αφού φαίνεται πως ο σύγχρονος τρόπος ζωής καταπονεί το πεπτικό σύστημα και αλλοιώνει την ισορροπία της χλωρίδας του, κάνοντας την παρουσία ευεργετικών βακτηρίων στη διατροφή μας σχεδόν αναγκαία.