Στη φιλόξενη σάλα του εστιατορίου, εκτός από τους ξένους επισκέπτες, θα δείτε και Κερκυραίους, που παραγγέλλοντας ένα πλατό τυριών ή αλλαντικών θα συνοδεύσουν το κρασί τους, σε έναν χώρο που έχουν κάνει αγαπημένο στέκι τους.

Η κορφιάτικη ταυτότητα της κουζίνας του Αριστοτέλη Μέγκουλα είναι σαφής. Από τη στιγμή που ανοίγεις τον κατάλογο γίνεται αισθητό πως μεταφέρει στα πιάτα του τις προσωπικές του μνήμες του από το νησί, ακόμα κι αν σε κάποιο φαγητό του, σε πρώτη ανάγνωση, δεν είναι αναγνωρίσιμο το κερκυραϊκό στοιχείο. Μπορεί η φίνα κολοκυθόσουπα με μπισκ, που άνοιξε τη βραδιά, να μη φωνάζει «Κέρκυρα», όμως τα διαπιστευτήριά της εντοπίζονται στο καυτερό της λάδι όσο και στο λάδι εσπεριδοειδών, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούν ως αντίστιξη στους
κολοκυθόσπορους.

Το δείπνο συνεχίστηκε με τη μαριναρισμένη γαρίδα με πράσινες ελιές, καυτερή πιπεριά (κερκυραίικο καυτερό), φρέσκο κρεμμύδι και μια σος (émulsion) ταραμά με σησαμέλαιο. Παρότι όλα τα πιάτα δεν είναι το ίδιο ντελικάτα, η βαθιά νοστιμιά τους λειτουργεί ως κοινός παρανομαστής. Στο επόμενο, πιο comfort στάδιο, ένας κρόκος αυγού,
σε χρυσαφένια κρούστα ψωμιού πάνω σε τηγανητό φιδέ, περιχυμένος με κρέμα μετσοβόνε και τσιπς νούμπουλου, προκαλεί επιφωνήματα απόλαυσης. Ακολουθεί ένα αλλιώτικο στιφάδο, με κάστανα και παστανάκα –έτσι λένε οι Κερκυραίοι το κοκκινόσαρκο σαλάχι– όπου τα αρώματα των μπαχαρικών του «ακούγονται», ένα-ένα, χωρίς να καλύπτουν την αίσθηση της θάλασσας. Ως κορύφωση εμφανίζεται μια μελωμένη προβατίνα με κροκέτα τραχανά, αυγολέμονο με αρμπαρόριζα, γιαούρτι με λάδι μυρωδικών και μαρούλι «γιατί μια σαλάτα τη συνοδεύει πάντα», όπως εξηγεί ο σεφ. Μια ελαφρά ψητή γραβιέρα με μέλι Σεπτέμβριου και «κηρήθρα» από καραμέλα μελιού λειτούργησε τέλεια ως φινάλε ενός δείπνου που θα θυμάμαι για καιρό. Η Μαρία Στρατάκου, στην υποδοχή και το σέρβις, προσθέτει τη ζεστασιά της οικοδέσποινας στον επαγγελματισμό της υπόλοιπης ομάδας.

info
Πλ. Σκαραμαγκά 11, τηλ 26610 28680. Κόστος: €30-€35/άτομο.

Δείτε επίσης

Η Τοσκάνη της Κέρκυρας