Την κουζίνα του σεφ Σωτήρη Ευαγγέλου την έχω δοκιμάσει πολλές φορές στη Θεσσαλονίκη, εκεί όπου είναι η έδρα του. Μου αρέσει ο τρόπος που προσεγγίζει την ελληνική κουζίνα μέσα από τα πιάτα του. Πατάει στην παράδοση, χωρίς να μείνει προσκολλημένος σε αυτή, δίνοντάς της ταυτόχρονα μια πιο σύγχρονη και ενδιαφέρουσα ματιά. Με λίγα λόγια, η κουζίνα του Ευαγγέλου είναι σοφή και νόστιμη, γι’ αυτό χαίρομαι να την απολαμβάνω.

Πριν από κάποιες μέρες, είχα την ευκαιρία να γευτώ τα πιάτα του και εκτός έδρας, στο εστιατόριο Grandma’s του ξενοδοχείου Liostasi στη Χώρα της Ίου, την εκτέλεση των οποίων έχει αναλάβει ο Executive Chef Χρήστος Κανουλάς.

Το εστιατόριο βρίσκεται στο επίπεδο της πισίνας, με θέα το λιμάνι και στο βάθος τη Σίκινο. Βέβαια, τα βλέμματα κλέβουν οι κόκκινοι ακροβάτες, ένα εντυπωσιακό εικαστικό έργο που έχει τοποθετήσει στην άκρη του χώρου της πισίνας ο αρχιτέκτονας Αντώνης Καλογρίδης. Καθώς ο ήλιος βουτούσε στη δύση του και έβγαζα τη μία φωτογραφία πίσω από την άλλη για να διαλέξω την πιο Instagramική, χάζευα ταυτόχρονα τα μενού. Τέσσερα τον αριθμό menu degustation –εκ των οποίο το ένα vegan– και ένα a la carte, στο οποίο αποφάσισα να κινηθώ.

Αρχικά δοκίμασα το μπρόκολο, που ήταν προσεγμένα ψημένο στο γκριλ, ωραία τραγανό και καπνιστό, συνοδευόμενο από ένα χούμους με αρκετά πηχτή υφή, που εξαιτίας της δεν ισορροπούσε καλά στο πιάτο. Τα παντζάρια με τα φρούτα του δάσους και το γιαούρτι ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον πιάτο που έπαιζε ευχάριστα με τις εντάσεις.

Η πολύ καλή σούπα λαχανικών που ακολούθησε, αν και θα την προτιμούσα κρύα και όχι ζεστή, ζητούσε λίγο φρεσκοτριμμένο πιπέρι για να γίνει ακόμα πιο νόστιμη. Το δε «λιόκαφτο» χταπόδι με τον αφρό ταραμά και την κάππαρη κέρδισε σε όλα τα σημεία το ταρτάρ μοσχαριού που ήταν ελαφρώς αδύναμο σε γεύσεις.

Για τη συνέχεια, δοκίμασα από τα χειροποίητα ζυμαρικά τα ραβιόλι, που στην ουσία είναι μια διαφορετική εκδοχή της σπανακόπιτας. Ωραίο ζυμάρι, σωστό βράσιμο, καλή αναλογία της γέμισης και μια σάλτσα φέτας που συμπλήρωνε αρμονικά το πιάτο.

Πολύ νόστιμο ήταν επίσης και το γιουβέτσι με τρία διαφορετικά ζυμαρικά και το ταρτάρ γαρίδας. Αντίθετα, το παστίτσιο έχανε λίγο τις ισορροπίες του, καθώς η μπεσαμέλ με νιώτικο τυρί υπερίσχυε και δεν άφηνε χώρο στα υπόλοιπα υλικά να φανερωθούν.

Περνώντας στα κυρίως, θα σταθώ στο ψάρι φρικασέ – εκείνη την ημέρα το είχαν φτιάξει με στήρα– που ήταν βαθιά νόστιμο, με ένα ελαφρύ και ωραία δεμένο αυγολέμονο και με πολλά αρωματικά βότανα. Ένα πιάτο που θα θυμάμαι για καιρό.

Για το τέλος, με περίμενε μια tarte tatin που αν και δεν είναι τόσο καλοκαιρινό γλυκό, με κέρδισε με την κρέμα της από σιμιγδάλι, και ένα προφιτερόλ στο οποίο τα σουδάκια του είχαν μια τραγανή και ευχάριστη υφή, ενώ η κρέμα gianduja, αν και ελαφρώς γλυκιά, το συμπλήρωνε αρμονικά.

Αυτό που μου έκανε ευχάριστη εντύπωση συνολικά είναι ότι η κουζίνα χρησιμοποιεί πολλά κυκλαδίτικα προϊόντα στα πιάτα και τα αφήνει να αναδειχθούν, χωρίς περιττά «μασκαρίσματα». Επίσης, η ομάδα λειτουργεί με καλή οργάνωση, ώστε κι όταν ο σεφ Ευαγγέλου δεν είναι παρών, να φαίνεται η υπογραφή του στις γεύσεις.

info
Ξενοδοχείο Liostasi, Ίος, Κυκλάδες, τηλ. 22860 92140