Oι πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στα νησιά του Ιονίου υπήρξαν καθοριστικές για τη διαμόρφωση των συνθηκών κάτω από τις οποίες εξελίχθηκε η οινοποίηση στην περιοχή. Η αμπελουργία δεν ήταν μια δραστηριότητα μέσω της οποίας οι επιχειρήσεις μπορούσαν να εξασφαλίσουν το εισόδημα και τη βιωσιμότητά τους, αλλά μια ευγενής πολιτισμική έκφραση της καθημερινής ενασχόλησης.

Από την άλλη πλευρά, σημαντικός ήταν ο ρόλος της κατοχής του νησιού αρχικά από τους Ενετούς και αργότερα τους Βρετανούς, οι οποίοι, έχοντας τον αποκλειστικό εμπορικό έλεγχο στην περιοχή, ενθάρρυναν τις πρακτικές οινοποίησης, δίνοντας κίνητρα που τελικά βοήθησαν να αναπτυχθεί η αμπελοκαλλιέργεια. Αν και η παραγωγή κρασιού κατέχει εξέχουσα θέση στην τοπική παράδοση σε όλα σχεδόν τα νησιά του Ιονίου, η Κεφαλονιά είναι η πρωτοπόρος, παράγοντας τα πιο διάσημα και ανώτερης ποιότητας κρασιά.

Το κλίμα του νησιού είναι ήπιο, με άφθονες βροχοπτώσεις το φθινόπωρο και τον χειμώνα, ενώ τα υψηλά ποσοστά υγρασίας αποτελούν συχνά πηγή προβλημάτων. Το ημιορεινό ανάγλυφο του εδάφους είναι σχεδόν μια επέκταση της χερσονήσου της Πελοποννήσου, με τις δυο περιοχές να έχουν παρόμοια μορφολογία. Η σύσταση του εδάφους του νησιού ποικίλλει ευρέως, με τα εδάφη γύρω από το όρος Αίνος να παρουσιάζουν υψηλή περιεκτικότητα σε ασβεστόλιθο, προσδίδοντας έτσι στη Ρομπόλα ένα ορυκτό χαρακτήρα και κομψότητα. Γύρω από το Ληξούρι, όπου καλλιεργούνται οι ποικιλίες Μοσχατέλλα, Μαυροδάφνη και Μοσχάτο, υπάρχουν βαρύτερα αργιλώδη εδάφη. Η πιο γνωστή από όλες τις ποικιλίες είναι η Ρομπόλα, που απαντάται επίσης και στα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου. Η Ρομπόλα παράγει το μοναδικό ξηρό λευκό κρασί ΠΟΠ του νησιού, την ΠΟΠ Ρομπόλα Κεφαλονιάς.

Η ζώνη ονομασίας Ρομπόλα περιλαμβάνει συγκεκριμένες περιοχές στο νότιο και κεντρικό τμήμα της Κεφαλονιάς, σε υψόμετρο άνω των 50 μ. (160 πόδια) και με μέγιστη απόδοση 56 εκατόλιτρα ανά εκτάριο. Τα καλύτερα κρασιά προέρχονται από αμπελώνες σε υψόμετρο που κυμαίνεται από 300 έως 800 μ. (950-2.600 πόδια). Αν και η φυλλοξήρα έχει καταστρέψει τους αμπελώνες, υπάρχουν ακόμα παλιά αυτόρριζα αμπέλια στο νησί. Εκτός από την ΠΟΠ Ρομπόλα Κεφαλονιάς, το νησί έχει δύο ακόμη ονομασίες για γλυκά κρασιά: ΠΟΠ Μοσχάτο Κεφαλονιάς και ΠΟΠ Μαυροδάφνη Κεφαλονιάς. Εκτός από τα ενισχυμένα γλυκά κρασιά, τα τελευταία χρόνια παράγονται επίσης και εξαιρετικά ξηρά κρασιά από Μαυροδάφνη.

Μια άλλη σημαντική ποικιλία είναι το Τσαούσι, που παράγει κρασιά με χαμηλό αλκοόλ, αρώματα που θυμίζουν λεμόνι, μέλι και πεπόνι, και συνήθως αναμειγνύεται με Ρομπόλα. Το Τσαούσι φυτεύεται ευρέως και στην Κέρκυρα. Η Μοσχατέλλα, της οποίας το άρωμα μοιάζει με αυτό του Μοσχάτου, είναι μια ξεχωριστή ποικιλία, χωρίς όμως οι δύο ποικιλίες να σχετίζονται μεταξύ τους. Η Μοσχατέλλα οινοποιείται μαζί με άλλες ποικιλίες, όπως το Τσαούσι, με σκοπό την ενίσχυση του αρωματικού προφίλ του κρασιού. Ο μεγαλύτερος οινοπαραγωγός του νησιού είναι ο Αγροτικός Συνεταιρισμός ΠαραγωγώνΡομπόλας Κεφαλονιάς, που σήμερα επεξεργάζεται περίπου το 85% της συνολικής παραγωγής οίνων με ετικέτα ΠΟΠ Ρομπόλα Κεφαλονιάς.

Ενδιαφέροντα κρασιά έχουν και τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου, με τη Ζάκυνθο να είναι η γενέτειρα του οίνου Ονομασίας κατά Παράδοση Βερντέα, που παράγεται στο νησί από τον 19ο αιώνα. Η παραγωγή της Βερντέα επιτρέπει τη χρήση πολλών ποικιλιών (όπως οι τοπικές Παύλος και Γουστολίδι), με κύρια ποικιλία το Σκιαδόπουλο, που πρέπει να αντιπροσωπεύει το 50% του μείγματος. Η Βερντέα παραδοσιακά ήταν ένα ξηρό κρασί με υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, υψηλή οξύτητα και, λόγω της παλαίωσης σε βαρέλι, είχε χαρακτήρα που έμοιαζε εντυπωσιακά με Σέρι (Sherry). Σήμερα, η Βερντέα παράγεται σε μια πιο εμπορική εκδοχή, πιο ανοιχτόχρωμη, χαμηλότερης περιεκτικότητας σε αλκοόλ και λιγότερο οξειδωμένου χαρακτήρα. Έντονη παρουσία στο νησί έχει και η ερυθρή ποικιλία Αυγουστιάτης. Η Κέρκυρα, το μεγαλύτερο νησί του Ιονίου, δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο οινολογικό ενδιαφέρον. Οι ποικιλίες που επικρατούν είναι η λευκή Κακοτρύγης και η ερυθρή Πετροκόρυθος.

Στη Λευκάδα ευνοείται η καλλιέργεια της ποικιλίας Βερτζαμί, που αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό των αμπελώνων του νησιού. Επειδή είναι ποικιλία όψιμης ωρίμασης, τα μεγάλα υψόμετρα δυσκολεύουν την ωρίμαση του Βερτζαμί, καθυστερώντας τη διαδικασία συσσώρευσης σακχάρων. Λόγω του υψηλού φαινολικού τους δυναμικού, τα κρασιά που προέρχονται από χαμηλότερα υψόμετρα έχουν βαθύτερο χρώμα, με υψηλή περιεκτικότητα σε ταννίνες, γεγονός που τα καθιστά αρκετά τραχιά όσο είναι νεαρά. Η περιεκτικότητά τους σε αλκοόλ είναι σχετικά υψηλή και επικρατούν αρώματα βοτάνων, μπαχαρικών και μαύρων φρούτων.