Η Πελοπόννησος ανήκει στις περιοχές του πλανήτη όπου καλλιεργείται και παράγεται κρασί εδώ και χιλιάδες χρόνια. Έφτασε στο αποκορύφωμά της στο Μεσαίωνα, εξάγοντας κρασί Μαλβαζία σε ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο από το λιμάνι της Μονεμβασιάς. Το επόμενο μεγάλο βήμα έγινε μετά τον Β‘ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν αναπτύχθηκαν οι κύριες αμπελουργικές ζώνες, δηλαδή στις κεντρικές και βόρειες περιοχές της Πελοποννήσου, όπως η Πάτρα, η Μαντίνεια, η Νεμέα και τα παράλια της Κορίνθου. Σε αυτές σήμερα προστίθενται και άλλες, λιγότερο γνωστές περιοχές που αναμφίβολα παράγουν οίνους υψηλής ποιότητας καθώς η αμπελουργία αναπτύσσεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς. Πάνω από τους μισούς αμπελώνες της Πελοποννήσου βρίσκονται στην Αχαΐα και την Κόρινθο.

Η Πελοπόννησος, το νοτιότερο άκρο της Βαλκανικής, είναι κατά κύριο λόγο ορεινή με πολύ λίγες περιοχές χαμηλού υψομέτρου – κυρίως τις πεδιάδες στα βόρεια. Το κλίμα της είναι μεσογειακό με ήπιους χειμώνες και μακρά ζεστά καλοκαίρια. Οι βροχοπτώσεις είναι υψηλές στο δυτικό τμήμα σε σχέση με την υπόλοιπη χερσόνησο. Παράγοντες όπως το υψόμετρο, οι βουνοπλαγιές και η εγγύτητα στη θάλασσα δημιουργούν πολλά διαφορετικά μεσοκλίματα.

Η Πελοπόννησος έχει επτά Ονομασίες Προέλευσης, τέσσερις από τις οποίες βρίσκονται στον Νομό Αχαΐας: ΠΟΠ Μαυροδάφνη Πατρών, ΠΟΠ Μοσχάτο Πατρών, ΠΟΠ Μοσχάτο Ρίου Πατρών και ΠΟΠ Πατρών. Οι άλλες τρεις είναι η ΠΟΠ Μαντίνειας από την Αρκαδία, η ΠΟΠ Νεμέα από την Κόρινθο και την Αργολίδα, και η ΠΟΠ Μονεμβασία-Μαλβαζία από τη Λακωνία. Εκτός από τα κρασιά Μοσχοφίλερο, τα οποία έχουν την κομψότητα των κρασιών που παράγονται σε ψυχρά κλίματα, οι περισσότεροι Πελοποννησιακοί οίνοι χαρακτηρίζονται από αρώματα ώριμων φρούτων, βότανα και μπαχαρικά, θερμότητα στον ουρανίσκο και μια αισθητή οξύτητα.