Για τον Αθηναγόρα Κωστάκο τα όνειρα δεν έχουν ούτε σύνορα, ούτε περιορισμούς. Μετά από μια σειρά εστιατορίων που έχουν δημιουργήσει success story, όπως το «Meraki» στο Λονδίνο, στο Πόρτο Τσέρβο και στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, αλλά και μια σειρά από συνεργασίες, φέτος κάνει απόβαση στο Νησί των Ανέμων. Το «Noema» δεν είναι απλά ένας ακόμη χώρος εστίασης. Είναι η μεγάλη άφιξη του φετινού καλοκαιριού.

«Η σχέση μου με τη Μύκονο δεν ξεκίνησε φέτος. Είχε προηγηθεί η επί πολλά χρόνια επιτυχημένη συνεργασία μου με το ξενοδοχείο “Bill & Coo”, αλλά και με το “Jackie O’ Beach Club”. Έπειτα δημιουργήθηκε ο “Scorpios”, ένας ακόμη αγαπημένος χώρος του οποίου υπέγραφα την κουζίνα. Οι Γερμανοί Τόμας Χέιν και Μάριο Χέρτελ κατάφεραν να δημιουργήσουν εκεί τον δικό τους παράδεισο που απέκτησε φήμη διεθνώς. Aπό πέρσι σχεδιάζαμε μαζί τη δημιουργία ενός ακόμη εστιατορίου στη Χώρα της Μυκόνου. Το “Noema” που εγκαινιάσαμε φέτος», μου εξηγεί. H θεαματική επιτυχία του «Scorpios» ήταν κάτι που περίμενε: «Ήμουν από την αρχή μαζί τους. Φαντάσου ότι σχεδίασα αρχικά την κουζίνα με κλαδί πάνω στην άμμο. Είδα το όραμά τους και την ποιότητα στην οποία στόχευαν με τις πρώτες ύλες που ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν και αντιλήφθηκα ότι θα κάναμε επιτυχία. Απλά δεν γνώριζα πόσο μεγάλη θα ήταν».

Ο χειμώνας βρίσκει τον Αθηναγόρα στο Λονδίνο -«η γυναίκα μου έμενε πάντα Λονδίνο», διευκρινίζει- και το καλοκαίρι στη Μύκονο. «Όταν οι Γερμανοί του “Scorpios” θέλησαν να δεσμευτώ μαζί τους με μια συνεργασία χρόνων, τους εξηγούσα ότι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί αυτό ήταν να συνεταιριστούμε. Έτσι προέκυψε το “Noema”.

Ένα άκρως ελληνικό brand το οποίο θα σχετίζεται με την ελληνική κουζίνα, θα διαθέτει όμως εξωτικά στοιχεία και θα ακολουθεί διεθνή standards. Το “Νoema” μεταφέρει το νόημα των Κυκλάδων, της κυκλαδίτικης γαστρονομίας και φιλοξενίας». Όνειρό τους είναι να αναβιώσουν τις αυλές των παιδικών μας χρόνων και να τις επαναδημιουργήσουν με πιο σύγχρονο τρόπο. Φιλοδοξία τους, το «Noema» να επεκταθεί και στο εξωτερικό.

Ο σεφ που δεν έπαιζε με την κουζίνα

«Είμαι μεγαλωμένος μέσα στις κουζίνες», αφηγείται ο Αθηναγόρας Κωστάκος, που έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό όταν ανακηρύχτηκε νικητής του μαγειρικού ριάλιτι «Τop Chef» το 2011. «Στους γονείς μου ανήκει το εστιατόριο “Βλάχικα” στη Βάρη που χαρακτήρισε ολόκληρη την περιοχή. Η μυρωδιά του καλοψημένου κρέατος και της φρέσκιας πατάτας φούρνου υπάρχει πάντα ως παιδική μνήμη. Τελειώνοντας το σχολείο έκανα σπουδές μαγειρικής στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και αυτονομήθηκα στη λεγόμενη “ελληνική δημιουργική κουζίνα”. Ένας όρος που μαγειρικά έχει γίνει πολύ της μόδας τελευταία». Με περγαμηνές από τις σημαντικότερες σχολές της Γαλλίας, όπως το Ecole Ritz Escoffier του θρυλικού παρισινού ξενοδοχείου και προϋπηρεσία στο εστιατόριο του «Plaza Athenee» που διατηρεί ο βραβευμένος με αστέρια Michelin Aλέν Ντικάς, έχουν κατά καιρούς απολαύσει τις μαγειρικές του δημιουργίες σημαντικές προσωπικότητες: «Ένας από τους πρώτους πελάτες μου ήταν ο Αλέν Ντελόν με τη σύντροφό του, αλλά και ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί. Ακολούθησαν γαλαζοαίματοι επιχειρηματίες που συγκαταλέγονται στη λίστα “Forbes”. Συμπερασματικά αναφέρω ότι όσο πιο ισχυρός είναι κάποιος, τόσο πιο απλή συμπεριφορά έχει».

Στο «Noema» συμβαίνει το αδιαχώρητο και οι λίστες αναμονής είναι μεγάλες. Όλοι οι διάσημοι και διακεκριμένοι επισκέπτες της Μυκόνου δίνουν το «παρών». «Υπάρχει μια μεγάλη ομάδα που στηρίζει την κάθε προσπάθεια. Επτά σεφ που ξεκινήσαμε μαζί έχουμε γίνει συνέταιροι. Υπάρχουν και άλλοι συνεργάτες, με αγάπη στο αντικείμενο. Μετά από τόσα χρόνια συνεργασίας είμαστε όλοι κατ’ ουσία οικογένεια». Τον ρωτώ πώς είναι το 24ωρό του. «Δεν θα ήταν υπερβολή να σου πω ότι δουλεύω όλη την ημέρα. Είμαι 23 χρόνια μάγειρας και είμαι 37 ετών. Αυτό τα λέει όλα. Δουλεύω πλέον γι’ αυτό που θέλω να αφήσω στα παιδιά μου και για την υστεροφημία μου. Ο μόνος λόγος που βάζω φρένο είναι για να περάσω κάποιες ώρες με την οικογένειά μου».

Η κουβέντα μας με τον Αθηναγόρα ολοκληρώνεται με τα «Βλάχικα», εκεί όπου μεγάλωσε μαγειρεύοντας πλάι στον πατέρα του. Άραγε πατέρας και γιος μπαίνουν πλέον μαζί στην κουζίνα; «Συνέβη κι αυτό», μου απαντά και χαμογελά. «Σε κάποιες περιπτώσεις που ο πατέρας μου είχε πάρα πολύ κόσμο πήγα να βοηθήσω. Ήταν συγκινητικό, θυμήθηκα τα παιδικά μου χρόνια».

ΠΗΓΗ: Περιοδικό GALA, Τεύχος 157

Δείτε επίσης:

Αφροδίτη Μπονάτσου: η ελληνίδα interior designer διάσημων εστιατορίων

Ο Έλληνας που έμαθε τον Πιτ να τρώει τζατζίκι και την Σπίαρς να χορεύει τσιφτετέλι στο τραπέζι

Αλέν Ντικάς: «Σε ταβερνάκι στην Κέρκυρα έφαγα το πιο νόστιμο φαγητό στη ζωή μου