Τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότεροι φούρνοι βγάζουν ψωμί και προϊόντα από αλεύρι ζέας. Πόσα ξέρουμε, όμως, για το αρχαιότερο δημητριακό, που μπήκε ξανά στη ζωή μας για να την κάνει καλύτερη;

Γνωστή και ως δίκοκκο σιτάρι, η ζέα ήταν για χιλιάδες χρόνια το βασικό δημητριακό των αρχαίων Ελλήνων και των λαών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Έλληνες, Αιγύπτιοι και Ρωμαίοι κατανάλωναν ζέα και τη χρησιμοποιούσαν και ως ζωοτροφή. Το όνομά της, το οποίο “δάνεισε” και στη μαρίνα Ζέας στον Πειραιά, επειδή από εκεί γινόταν η διακίνηση της ζέας σε άλλα λιμάνια, προέρχεται από τη λέξη «Ζείδωρος», που αναφέρεται σε αυτόν που δωρίζει ζωή.

ZEA_283181924

Αν και τόσο δημοφιλής τα αρχαία χρόνια, η συστηματική καλλιέργεια της ζέας άρχισε να περιορίζεται από το 1900 και μετά, ύστερα από τη διάδοση του σιταριού, η καλλιέργεια του οποίου ήταν πιο εύκολη και πιο προσοδοφόρα. Έτσι, σταδιακά οι αγρότες εγκατέλειψαν τη ζέα και στράφηκαν στις πιο συμφέρουσες ποικιλίες του σιταριού.

Σήμερα, για καλή μας τύχη, λόγω της γενικότερης στροφής προς μια πιο υγιεινή διατροφή, η ζέα επανήλθε στο προσκήνιο, χάρη στα τόσο ωφέλιμα συστατικά της. Το αλεύρι ζέας είναι πλούσιο σε βιταμίνες (Α, Β2, Β3, Β5, Β6, Ε, Κ), φολικό οξύ, ιχνοστοιχεία, μαγνήσιο, σίδηρο, φώσφορο, κάλιο, νάτριο, μαγγάνιο και ψευδάργυρο. Με μικρότερη ποσότητα γλουτένης, περισσότερες πρωτεϊνες και αμινοξέα και πολλές φυτικές ίνες, η ζέα θεωρείται πιο εύπεπτη από το σιτάρι και πιο ευεργετική για την υγεία. Γι’ αυτό και οι σπόροι της τα τελευταία πέντε χρόνια άρχισαν να καλλιεργούνται ξανά στη χώρα μας.