Χρυσαφένιες και λαχταριστές, γλυκές ή αλμυρές, αλλά πάντοτε αφράτες, έρχονται από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και μιλούν όλες τις γλώσσες του πλανήτη.

Ναι, ναι, ξέρω και κατανοώ. Η λέξη «αυγοφέτες» έχει ήδη φέρει στο μυαλό όλων τις εποχές που η μητέρα έπαιρνε χοντρές φέτες μπαγιάτικου ψωμιού, τις βουτούσε σε γάλα και αυγό, τις τηγάνιζε σε καυτό λάδι και τις πασπάλιζε με κρυσταλλική ζάχαρη. Σχεδόν σε όλο τον κόσμο παρόμοιες μνήμες ενώνουν μια τεράστια πληθυσμιακή ομάδα που απολαμβάνει το ίδιο έδεσμα με παραλλαγές, από τα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέχρι σήμερα, αδιάλειπτα και με την ίδια πάντα όρεξη. Το french toast, όπως είναι διεθνώς γνωστές οι αυγοφέτες, είναι ένα δημοφιλές παρασκεύασμα που συναγωνίζεται τα pancakes στο πρωινό και το brunch. Μια απλή και εύκολη νοστιμιά που πιστεύεται ότι προέρχεται από το γαλλικό pain perdu (ξεχασμένο ψωμί), αλλά ιστορικά αποδεικνύεται πως ξεκίνησε την καριέρα της ήδη από τις ημέρες της αρχαίας Ρώμης και παρέμεινε αγαπητή ανά τους αιώνες. Η ιστορία της έγινε ακόμη πιο ενδιαφέρουσα καθώς στην πορεία της συναντήθηκε με φτωχούς ιππότες, μέθυσε με αλκοόλ και μπερδεύτηκε σε γραμματικά λάθη.

Από την Aρχαία Ρώμη στην αγγλική αναγέννηση

Η παλαιότερη καταγεγραμμένη συνταγή για αυγοφέτες βρίσκεται στο βιβλίο του Απίκιου που αφορά τη μαγειρική και το φαγητό στην αυτοκρατορική Ρώμη. Η ονομασία της είναι aliter dulcia (άλλο γλυκό πιάτο) και περιγράφει κομμάτια ψωμιού χωρίς κόρα που μουλιάζονται με γάλα και χτυπημένο αυγό, στη συνέχεια τηγανίζονται σε λάδι και περιχύνονται με μέλι. Το έδεσμα αγαπήθηκε ιδιαίτερα και, τηγάνι το τηγάνι, διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη. Πώς το γνωρίζουμε; Τον 14o αιώνα το πρώτο βιβλίο μαγειρικής στην αγγλική γλώσσα με τίτλο «The Forme of Cury» περιγράφει μια παρόμοια συνταγή, το payn fondew, ως ψωμί που τηγανίζεται σε λίπος, μουλιάζει σε κρασί και αποκτά γλυκές νότες με αποξηραμένα φρούτα, μπαχαρικά και ζάχαρη.

Για ιππότες και αγρότες

Στο τέλος του Μεσαίωνα, στη Γερμανία και τις Σκανδιναβικές χώρες το πιάτο έγινε γνωστό και ως arme ritter, δηλαδή φτωχοί ιππότες. Γιατί; Θεωρείται πως ονομάστηκε έτσι επειδή εκείνη την εποχή οι ιππότες έγιναν τόσο φτωχοί που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να πετάξουν ούτε το μπαγιάτικο ψωμί τους. Έτσι, εξομοιώθηκαν με τους αγρότες που έπρεπε να επινοήσουν τρόπους ώστε να αξιοποιήσουν ακόμη και το ελάχιστο περίσσευμα τροφής. Το 1615 βρίσκουμε μια διαφορετική συνταγή για panperdy στο βιβλίο μαγειρικής «The English Huswife». Σύμφωνα με αυτή, πρώτα τηγανίζουμε το ψωμί στο βούτυρο και όσο είναι ακόμη στη φωτιά ρίχνουμε επάνω του ένα μείγμα από χτυπημένα αυγά, γαρίφαλο, κανέλα, μοσχοκάρυδο, ζάχαρη και λίγο αλάτι.

Ωραία και καλά όλα αυτά, αλλά γιατί επικράτησε ο όρος «french toast» αφού στην ιστορία δεν εμφανίζεται κάπου η Γαλλία; Λοιπόν, εδώ θα δούμε πώς ένα τόσο μικρό σημαδάκι όπως είναι η απόστροφος μπορεί να δημιουργήσει παρανοήσεις. Βρισκόμαστε στο 1724 στο Albany της Νέας Υόρκης και ο ξενοδόχος Joseph French συστήνει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού τις αυγοφέτες δίνοντας σε αυτές το όνομά του. Εξαιτίας της ελλιπούς μόρφωσής του όμως αντί για «French’s toast» γράφει στο μενού «french toast». Αυτό ήταν. Το 1871 ο όρος εμφανίζεται στην Εγκυκλοπαίδεια Αμερικανικών Τροφίμων και Ποτών στη Βόρεια Αμερική και καθιερώνεται.

Παγκοσμιοποίηση στο πιάτο

Οι παραλλαγές των french toasts είναι πολλές ανά τον κόσμο. Στην Αμερική σερβίρονται με βούτυρο και σιρόπι σφενδάμου τα νωχελικά πρωινά της Κυριακής και των Χριστουγέννων, χωρίς βέβαια να αποκλείεται οποιαδήποτε άλλη ημέρα. Η ινδική εκδοχή τους, το masala toast, είναι αλμυρή, αρωματίζεται με μπαχαρικά, έχει πράσινο τσίλι και κρεμμύδια και σερβίρεται με κέτσαπ. Στο Χονγκ Κονγκ το western toast σερβίρεται με φιστικοβούτυρο, ενώ στη Νέα Ζηλανδία συνοδεύεται με μπέικον, μπανάνες, σιρόπι σφενδάμου και κανέλα. Στην Ισπανία κατά την περίοδο της Σαρακοστής συνήθιζαν τις torrijas ή tostadas χρησιμοποιώντας μπαγιάτικο ψωμί που μούλιαζαν σε κρασί με μέλι και μπαχαρικά. Μια τροφή δυναμωτική για τους νηστεύοντες που κατά τον 20ό αιώνα έχασε τη στενή θρησκευτική διάστασή της, βουτήχτηκε σε μείγμα γάλακτος και αυγών και μπήκε στις ταβέρνες της Μαδρίτης ως επιδόρπιο μαζί με ένα ποτήρι γλυκό κρασί.

Τώρα πλέον οι torrijas τρώγονται όλο τον χρόνο από νηστεύοντες και μη, με κάθε ευκαιρία. Πολλές συνταγές προτείνουν και γεμιστές αλμυρές αυγοφέτες, με τυρί και αλλαντικά. Παναρισμένες σε παρμεζάνα, με ψημένο μπέικον και ένα αυγό ποσέ στην κορυφή, θα τις βρούμε στα brunch των σύγχρονων εστιατορίων. Αλμυρές ή γλυκές, έχουν άπειρες παραλλαγές. Μπορούμε να τις συνοδεύσουμε με σάλτσες φρούτων, μαρμελάδες, καραμελωμένα μήλα, βούτυρα ξηρών καρπών, toppings, να τις πασπαλίσουμε με κανέλα και άχνη ή να τις κάνουμε πιο αρωματικές βάζοντας στο γάλα μπαχαρικά, λίγο λικέρ ή κάποιο βότανο. Με λίγα λόγια, είναι ένας γευστικός καμβάς πάνω στον οποίο μπορούμε να αναπτύξουμε τις δημιουργικές μας ανησυχίες αποδεικνύοντας πως ακόμα και το μπαγιάτικο υλικό μεταμορφώνεται εύκολα σε αγαπημένη λιχουδιά.