Η επιτυχία της καπνιστής πέστροφας του Γεροντίδη δεν αποτελεί προϊόν τύχης, αλλά κρύβει βαθιά γνώση χρόνων και μεράκι για την τέχνη του παραδοσιακού καπνίσματος.

Η ιστορία των καπνιστών ψαριών g-fish
Η ιστορία των καπνιστών ψαριών g-fish ξεκινάει το 1967. Ο πατέρας του Γιάννη Γεροντίδη, με καταγωγή από τον Πόντο, φεύγει από την Αθήνα και εγκαθίσταται στο χωριό Καστόρι της Λακωνίας. Σε ένα κτήμα όπου αναβλύζουν τα νερά των πηγών του Αγίου Μάμα, φέρνει πέστροφες από τον Λούρο και ασχολείται με την εκτροφή τους, πουλώντας τα ψάρια στη γύρω περιοχή. Παράλληλα δραστηριοποιείται επαγγελματικά με το χονδρικό εμπόριο ειδών διατροφής και αναπτύσσει τις εγκαταστάσεις του σημερινού ιχθυοτροφείου.

Το 1993, ξεκινά μαζί με τον πατέρα του το «χτίσιμο» του ξυλόφουρνου και πειραματίζεται με το κάπνισμα των ψαριών. Χτίζει το παραδοσιακό καπνιστήριο που δουλεύει με ξύλα και το 1994 βγάζει στην αγορά τις πρώτες καπνιστές πέστροφες. Το 1996, αφού ολοκλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, ο Γιάννης Γεροντίδης αναλαμβάνει τα ηνία της ιχθυοκαλλιέργειας και το 2003, σε μια προσπάθεια διαφοροποίησης από την αγορά, δοκιμάζει την εκτροφή σολομού – και την πετυχαίνει. Αρκετά χρόνια αργότερα, ένα τυχαίο γεγονός τον οδηγεί στην εκτροφή οξύρρυγχου και το 2011 μοιράζεται την τεχνογνωσία του στην ταινία «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι».

Καπνίζοντας παραδοσιακά
Για τις ανάγκες του καπνίσματος ο Γιάννης Γεροντίδης μάς λέει ότι έχουν χτίσει παραδοσιακό καπνιστήριο με πυρότουβλα. «Κρεμάμε τα ψάρια σε σειρές, ανάβουμε φωτιά που καίει ελληνικά ξύλα οξυάς και καπνίζουμε για όσο χρόνο χρειάζεται. Με το παραδοσιακό κάπνισμα πρέπει να ελέγχεις την φωτιά συνέχεια. Όταν καίει είσαι από πάνω της για 12 ώρες. Επιμένω, γιατί ναι μεν το παραδοσιακό κάπνισμα έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες, όμως στη γεύση είναι ασυναγώνιστο. Έχουμε ψάρια και με ζεστό και με κρύο κάπνισμα. Από τεχνικής άποψης η ουσιαστική διαφορά είναι στο σημείο που βρίσκεται η φωτιά. Αν θέλουμε ζεστό κάπνισμα, η φωτιά καίει μέσα στον θάλαμο μαζί με τα ψάρια, αν θέλουμε κρύο κάπνισμα τότε η φωτιά καίει έξω και εισέρχεται ο καπνός μέσα στον θάλαμο, έτσι ώστε τα ψάρια να μην έρχονται σε άμεση επαφή με τη θερμότητα».

Όσο για τα υπολείμματα, έχουν βρει ένα τρόπο να τα εκμεταλλευτούν. «Το γεγονός, δε, ότι καταλήγει στα σκουπίδια το δέρμα των ψαριών, το οποίο είναι υψηλής θρεπτικής αξίας, πλούσιο σε καλά λιπαρά και κολλαγόνο, ήταν για εμάς ένα πρόβλημα στο οποίο έπρεπε να βρεθεί λύση. Έτσι, λοιπόν, μετά από έρευνα και δοκιμές ετών, καταφέραμε να δημιουργήσουμε τραγανά τσιπς που προέρχονται από το δέρμα της πέστροφας, του σολομού και του οξύρρυγχου. Πλέον είμαστε έτοιμοι να διαθέσουμε στην ελληνική αγορά τα πρώτα καπνιστά σνακ ψαριών «Fish Chips» σε δύο διαφορετικές γεύσεις: Σκέτα και με μπαχαρικά»