Μπορεί κατά τα Ομηρικά χρόνια, ο λωτός να θεωρείτο, μυθολογικά, ο καρπός της λήθης, στο σήμερα όμως, και ειδικότερα στο χωριό Πατρίδα Ημαθίας, ο λωτός της οικογένειας Ραφαηλίδη, επαναφέρει από τη λήθη μία ξεχασμένη καλλιέργεια της περιοχής, η οποία ωστόσο επανασυστήνεται μέσα από την φημισμένη και ισπανικής καταγωγής, ποικιλία Rojo Brillante.

Rojo Brillante στα ελληνικά σημαίνει φωτεινό κόκκινο. Έτσι ακριβώς είναι και οι λωτοί που απλώνουν τους καρπούς τους τα τελευταία 10 χρόνια, στα 50 στρέμματα γης του αγρότη-παραγωγού Δημήτρη Ραφαηλίδη, με θέα στην οροσειρά του Βερμίου και σε υψόμετρο από 150 έως και 250 μέτρα. Έντονα κόκκινοι, τραγανοί, στρογγυλοί και αρκετά μεγάλοι σε μέγεθος (φτάνουν και τα 300 γραμμάρια ο καθένας), ελαφρώς μυτεροί μπροστά, με δυνατή και ευχάριστα γλυκιά γεύση που απέχει πολύ από την γνωστή στυφή γεύση των παραδοσιακών ελληνικών λωτών.

«Οι Rojo Brillante» μου εξηγεί ο κ. Ραφαηλίδης, «μπορούν άνετα να φαγωθούν ακόμα και με τη φλούδα τους, και μάλιστα χωρίς να χρειαστεί να υπερωριμάσουν στο δέντρο, όπως οι κλασικές εγχώριες ποικιλίες». «Αν και εδώ στην περιοχή ήμασταν εξοικειωμένοι από τα προηγούμενα χρόνια με την καλλιέργεια του λωτού» συμπληρώνει «άργησε να γεννηθεί η σκέψη της εμπορικής διάθεσής του, στην αγορά. Δύσκολο και ιδιαίτερο φρούτο που απευθύνεται σε πολύ περιορισμένο κοινό και αυτό λόγω της έντονης και όχι και τόσο οικείας ή ευχάριστης, γεύσης του. Πολύ φυσικό να το φοβόμασταν, ειδικά για ένα απαιτητικό κοινό όπως οι Έλληνες».

Οι σκέψεις του, ωστόσο, ήρθαν να αλλάξουν ριζικά όταν κατά τις επαφές που είχε με πελάτες του στην Κεντρική Λαχαναγορά της Αθήνας, διαπίστωσε ότι όλο και περισσότεροι, και μάλιστα σε σημαντικές ποσότητες, ζητούσαν από τη «μαμά-παραγωγό» Ισπανία, τον λωτό Rojo Brillante ο οποίος εμπορικά έδινε εξαιρετικά δείγματα κίνησής του όχι μόνο στις ελληνικές αγορές αλλά και στις ευρωπαϊκές. «Σε αυτό, λοιπόν, ακριβώς το κενό που υπήρχε στην ελληνική αγορά, πατήσαμε και είπαμε, αφού το κάνουν με τόση επιτυχία οι Ισπανοί, γιατί όχι και εμείς;» μου λέει. Και κάπως έτσι, ο Δημήτρης Ραφαηλίδης και η οικογένειά του, οι γονείς, τα αδέρφια και ο φυσικά, ο βετεράνος αγρότης, παππούς του, Νίκος, μπήκαν με νέους σπόρους ξανά στα χωράφια τους, σήκωσαν τα μανίκια, έπιασαν τις τσάπες και ξεκίνησαν να φυτεύουν τα πρώτα τους δέντρα.

Πλέον, αρκετά χρόνια αργότερα, έχοντας εξελίξει στην κάθετη μονάδα παραγωγής τους τις μεθόδους καλλιέργειας (αποφεύγουν σχεδόν ολοκληρωτικά τα ραντίσματα και τις εφαρμογές), συγκομιδής, τυποποίησης και διάθεσης των λωτών τους σε Ελλάδα και Εξωτερικό (εκτός από Ευρώπη οι λωτοί τους κινούνται εξαιρετικά σε Βαλκάνια και Μέση Ανατολή), μπορούν με βεβαιότητα να πουν ότι στόχευσαν σε μία πολύ σοφή επιλογή. Με τον ετήσιο παραγωγικό τους όγκο να κινείται σταθερά κάπου ανάμεσα στους 100-200 τόνους και με τη ζήτηση, ειδικά στην Ελλάδα, να ανεβαίνει συστηματικά τα τελευταία πέντε χρόνια, δεν τους ξαφνιάζει ότι πια συναντούν στον νομό τους, ολοένα και περισσότερους μιμητές που στρέφουν, χωρίς δεύτερες σκέψεις, την αγροτική παραγωγή τους ή έστω ένα μέρος αυτής, στις εν λόγω καλλιέργειες.

Αυτή την περίοδο και μέχρι το τέλος του Νοέμβρη, η οικογένεια εργάζεται ξανά στα χωράφια, με τη συγκομιδή των λωτών τους (χωρίς μηχανήματα, μόνο με το χέρι) να είναι σε εξέλιξη. Εφ’ όσον ολοκληρωθεί, ένα μέρος αυτών θα μπουν στα ψυγεία, ώστε να μπορέσουν να καλυφθούν οι ανάγκες της αγοράς μέχρι και τις γιορτές. Στην Αθήνα, οι Rojo Brillante του Δημήτρη Ραφαηλίδη, διοχετεύονται σε εμπόρους μέσω της Κεντρικής Λαχαναγοράς και με το χαρακτηριστικό brand name «Μηλολωτοί», ενώ στο Εξωτερικό οι λωτοί τους συνοδεύονται από το sticker «Persimmons» (σημαίνει λωτοί στα αγγλικά).

Όσο για τους επόμενους στόχους τους; «Να φτάσουμε σε ακόμα περισσότερα σημεία πώλησης και να γεμίσουμε ακόμα περισσότερα ράφια της εγχώριας, κυρίως, αγοράς» μου λέει ο κ. Ραφαηλίδης και συμπληρώνει «Και γιατί όχι, να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε και νέους κωδικούς προϊόντων, όπως π.χ σνακς με αποξηραμένους λωτούς, σαν αυτά που κυκλοφορούν ήδη στην Κίνα, μοιάζουν πολύ με τα δικά μας αποξηραμένα βερύκοκα, και κάνουν πάταγο, καθώς είναι γλυκά, πεντανόστιμα και πολύ χορταστικά».